“Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, που αξιολογεί η Τρόικα, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα είναι υψηλότερο από τα 812 εκατ. ευρώ ή το 0,4% του ΑΕΠ. Η χώρα, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους του Προγράμματος” είπε μιλώντας από το βήμα της Βουλής ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Ο κ. Σταϊκούρας είπε επίσης ότι έαν χρησιμοποιηθεί το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών της Eurostat, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται υψηλότερο, στα 3,9 δισ. ευρώ ή στο 2,1% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, στο πλαίσιο του μνημονίου, το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα υπολογίζεται με ειδικό τρόπο, ο οποίος είναι διαφορετικός από τη μεθοδολογία της Eurostat.
Δηλαδή, με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΛ-95), ενσωματώνονται οι υπόλοιπες παράμετροι που εξαιρούνται με βάση τη μεθοδολογία του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής (μνημόνιο) και, συνεπώς, το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται σε υψηλότερο επίπεδο”, ανέφερε ο Χ. Σταϊκούρας, προαναγγέλοντας το ποσό του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2013.
Την ίδια ώρα ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών άσκησε κριτική σε ορισμένα σημεία από το περιεχόμενο των Εκθέσεων του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής ενώ σημείωσε πως αντιπολίτευση, σε αντίθεση με την κυβέρνηση, σπεύδει και αξιοποιεί τα συμπεράσματα κάθε έκθεσης του Γραφείου “χωρίς καν να έχουν διαβάσει το περιεχόμενο των Εκθέσεων”.
Όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών το Γραφείο Προϋπολογισμού διαψεύσθηκε:
1ον. Όταν Έκθεση είχε συγχύσει το «δημοσιονομικό» με το «χρηματοδοτικό» κενό.
Με αποτέλεσμα να υποστηρίζει ότι το δημοσιονομικό κενό είναι πολύ υψηλότερο, 4 φορές μεγαλύτερο ακόμη και από τις τότε εκτιμήσεις της Τρόικα.
2ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «η Τρόικα αναμένει διορθωτικά μέτρα για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα το 2013».
Κάτι που τελικά, ποτέ δεν έγινε.
3ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «οι δημόσιες επενδύσεις συνεχώς περικόπτονται».
Κάτι που επίσης δεν έγινε.
Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ανήλθαν στα 6,65 δισ. ευρώ, υψηλότερες κατά 540 εκατ. ευρώ έναντι του 2012.
Ενώ οι συνολικές, και παρελθόντων ετών, επιστροφές φόρων ανήλθαν στα 3,7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 420 εκατ. ευρώ έναντι του 2012.
Δηλαδή, δύο βασικοί πυλώνες ενίσχυσης της ρευστότητας της οικονομίας, διαμορφώθηκαν, τελικά, υψηλότερα από το 2012.
4ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «το Κράτος εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του έναντι των προμηθευτών».
Όταν το Κράτος έχει ήδη μειώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του κατά 50% το 2013.
Ληξιπρόθεσμες οφειλές οι οποίες, το Δεκέμβριο του 2013, ανέρχονται, μαζί με τις εκκρεμείς επιστροφές φόρων, στα 4,7 δισ. ευρώ, έναντι 9,2 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012.
Σύμφωνα με τον κ. Σταϊκούρα οι εκθέσεις του Γραφείου “προχωρούν και σε πολλές ορθές εκτιμήσεις για το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής οικονομίας”.
“Η φορολογική επιβάρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι μεγάλη, ενώ ταυτόχρονα μειώνονται μισθοί και συντάξεις και η ανεργία ανεβαίνει.
Το πρόγραμμα προσαρμογής οδήγησε σε πολύ βαθύτερη ύφεση απ’ ότι είχε αρχικά προβλεφθεί.
Η γενικευμένη πολιτική λιτότητας, όπως εφαρμόστηκε από το 2010, προκαλεί ζητήματα αποδοχής από την κοινωνία, αναθερμαίνει το λαϊκισμό και απειλεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η εκτόξευση της ανεργίας και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων αποτελούν την πιο σκοτεινή πλευρά της προσαρμογής.
Η δημοσιονομική σταθεροποίηση έχει συμβάλλει στη μείωση της αβεβαιότητας και τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και έχει εδραιώσει τη θέση της χώρας μας στην ευρωζώνη.
Η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων δεν εγγυάται από μόνη της τη διατηρησιμότητα των μακροοικονομικών ισορροπιών.
Δεν υπάρχουν περιθώρια να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό με νέα μέτρα λιτότητας.
Η επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη θα αποδειχθεί απατηλό όραμα αν δεν εφαρμοστούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις.
Οι αντιδράσεις σε κάθε μεταρρυθμιστικό μέτρο είναι μεγάλες, καθώς ατομικά και συλλογικά συμφέροντα ανθίστανται.
Θα πρέπει να εκλογικευθεί ο κρατικός παρεμβατισμός, ώστε να μην εμποδίζεται η επιχειρηματικότητα.
Η φοροδιαφυγή θα παραμείνει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα το 2014 και μετέπειτα και θα απαιτηθεί μία ριζική αλλαγή στο επίπεδο των συνειδήσεων και των νοοτροπιών προκειμένου να περιορισθεί σημαντικά.
Απαιτούνται ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για τη μελλοντική πορεία και τις στρατηγικές επιλογές της χώρας.
Όπως τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τα αποτελέσματα των ευνοϊκών εξελίξεων άρχισαν να διαφαίνονται και στην πραγματική οικονομία:
1ον. Η παραγωγή στη μεταποίηση τείνει να σταθεροποιηθεί.
Οι νέες βιομηχανικές παραγγελίες και ο δείκτης προμηθειών, σταδιακά, ανακάμπτουν, τροφοδοτούμενες, κυρίως, από το εξωτερικό.
Η βιομηχανική παραγωγή παρουσίασε βελτίωση.
Επίσης, θετική πορεία, για πέμπτο συνεχόμενο μήνα, ακολουθεί η αγορά αυτοκινήτων.
Ενώ ο όγκος του λιανεμπορίου αυξήθηκε, για πρώτη φορά, την τελευταία 4ετία.
2ον. Η αυξητική δυναμική της ανεργίας ανακόπτεται.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρουν και οι Εκθέσεις του Γραφείου, παρατηρείται αύξηση της μισθωτής εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Ενισχυτικά αναμένεται να λειτουργήσει η υλοποίηση από την Κυβέρνηση ενός ευρέος προγράμματος για την αντιμετώπιση της ανεργίας, το οποίο ανέρχεται στο 1,5 δισ. ευρώ και αφορά περισσότερους από 440.000 άνεργους συμπολίτες μας.
Βέβαια, η ανεργία, ιδιαίτερα η μακροχρόνια, κυρίως των νέων, παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Πρωτόγνωρα.
Γεγονός που καθιστά αναγκαία και απαραίτητη την ένταση των προσπαθειών της Κυβέρνησης σε αυτό το πεδίο.
3ον. Το οικονομικό κλίμα έχει βελτιωθεί.
Ο σχετικός δείκτης έχει φτάσει σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 μηνών.
Συγκεκριμένα, τον προηγούμενο μήνα ανήλθε στις 92,6 μονάδες, ενώ το Μάιο του 2010 ήταν στις 69,8 μονάδες και τον Ιούνιο του 2012 στις 77,3 μονάδες.
4ον. Ο «δείκτης φόβου» του ΚΕΠΕ, ο οποίος παρουσιάστηκε πρόσφατα σε σχετική μελέτη, έχει βελτιωθεί σημαντικά.
Πρόκειται για ένα βαρόμετρο της ψυχολογίας των επενδυτών, το οποίο επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην οικονομία τους τελευταίους 20 μήνες.
5ον. Το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων έχει σημαντικά μειωθεί, και διαμορφώνεται σε προ Μνημονίου επίπεδα.
Συγκεκριμένα, το επιτόκιο των εξάμηνων εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου διαμορφώθηκε, κατά την τελευταία έκδοσή τους, στο 4,0%.
Είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2010, όταν το αντίστοιχο επιτόκιο ανήλθε στο 4,55%, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο επιτόκιο στα μέσα του Ιουνίου του 2012 είχε ανέλθει στο 4,73%.
Ενώ και τα spreads έχουν σημαντικά συρρικνωθεί.
Το Δεκέμβριο του 2013, ήταν 75% χαμηλότερα έναντι του Ιουνίου του 2012.
Ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης έκλεισε, το 2013, 28% υψηλότερα έναντι του 2012.
Ο μέσος όρος της ημερήσιας αξίας συναλλαγών αυξήθηκε κατά 64% σε σχέση με το 2012.
6ον. Οι καταθέσεις σταδιακά επιστρέφουν στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Συγκεκριμένα, από τον Ιούνιο του 2012, οι καταθέσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα αυξήθηκαν κατά 8,5%.
Βέβαια, οι απώλειες από την αρχή της κρίσης παραμένουν μεγάλες, ύψους άνω των 75 δισ. ευρώ από το ιστορικό υψηλό του Σεπτεμβρίου του 2009.
“Η Ελλάδα, το 2014, μετά από 6 έτη, θα εξέλθει από την παρατεταμένη ύφεση και το δημοσιονομικό έλλειμμα θα διαμορφωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ”, τόνισε ο κ. Σταϊκούρας.
Όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών “το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους διακρατείται πλέον από τους εταίρους και το Ευρωσύστημα, ενώ η μέση υπολειπόμενη φυσική διάρκειά του διαμορφώνεται στα 16 έτη.
Για τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης η μέση διάρκεια δεν ξεπερνά τα 7 έτη.
Και οι δύο αυτές παράμετροι έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη μείωση του κινδύνου εξόφλησης και αναχρηματοδότησης και για τη βιωσιμότητα του χρέους, ενώ απελευθερώνουν πόρους για την ανάπτυξη και εξοικονομούν χρόνο για την αναδιάταξη της οικονομίας.
Οι δαπάνες για τόκους εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 6,1 δισ. ευρώ το 2013, από 12,2 δισ. ευρώ το 2012”.