Μετά από μια βδομάδα σφοδρών διαδηλώσεων σε πολλές πόλεις του Ιράν με τον τραγικό απολογισμό 22 νεκρών και 1000 συλλήψεων, η κυβέρνηση αποφάσισε να επιστρατεύσει τους υποστηρικτές της, οι οποίοι ξεκίνησαν ήδη σειρά αντιδιαδηλώσεων.
Οι σχολιαστές χαρακτηρίζουν αυτές τις αντιδιαδηλώσεις σαν ένα «κύμα υποστήριξης» προς την κυβέρνηση και τον κλήρο, ειδικότερα τον θρησκευτικό ηγέτη Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Αφορμή για τις διαδηλώσεις των τελευταίων ημερών έδωσε η αύξηση στην τιμή των αυγών κατά περίπου 70%. Ταυτόχρονα, τα σχέδια της κυβέρνησης για αύξηση των τιμών της βενζίνης κατά 50% έριξαν λάδι στη φωτιά. Αρχικά οι διαμαρτυρίες στράφηκαν κατά της οικονομικής πολιτικής της νυν κυβέρνησης, αλλά στη συνέχεια διευρύνθηκαν και στο πολιτικό πεδίο. Σύντομα κλιμακώθηκαν. Το πώς οι αρχικά φιλειρηνικές διαδηλώσεις εξελίχθηκαν σε βίαια επεισόδια και συγκρούσεις με την αστυνομία δεν είναι ακόμη σαφές. Πάντως ενδιαφέρον προκαλεί η έκκληση που απευθύνουν μέλη της αντιπολίτευσης και ακτιβιστές προς τους διαδηλωτές να αποφύγουν την τυφλή βία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αντίποινα.
«Πρόκειται κυρίως για νέους ανθρώπους από τις πιο φτωχές περιοχές της χώρες που βγαίνουν τώρα στους δρόμους» είπε σε τηλεφωνική συνέντευξη στη DW o πολιτειολόγος Σαντέγκ Ζιμπαγκαλάμ από το Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Όπως επισημαίνει, νιώθουν απογοητευμένοι και εξαπατημένοι από τον πρόεδρο Χασάν Ροχανί, που υποσχέθηκε πολλά, αλλά δεν έπραξε τίποτα. Ο ιρανός καθηγητής κάνει λόγο για μια «πληγωμένη γενιά που δεν ξέρει τι ακριβώς ζητά», μια γενιά όμως η οποία συγχρόνως πλήττεται από την ανεργία και τα οικονομικά προβλήματα.
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, το Ιράν είναι μια «χώρα νέων» αφού ο μέσος όρος ηλικίας είναι τα 31 έτη. Ωστόσο οι νέοι αυτοί δεν βλέπουν προοπτική για το μέλλον και έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους τόσο στους πολιτικούς όσο και στους θρησκευτικούς θεσμούς. Αλλά δεν εμπιστεύονται ούτε και την αντιπολίτευση. Το σίγουρο είναι, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Σ. Ζιμπαγκαλάμ, ότι «δεν έχουν άλλη υπομονή. Γι΄ αυτό πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τα προβλήματα και τη δυσαρέσκειά τους».
«Τι ακριβώς ζητούν οι διαδηλωτές; Δεν έχω ιδέα!» ανέφερε χαρακτηριστικά στη DW o Mαχμούντ, διδακτορικός ερευνητικής Φυσικής από την Τεχεράνη.
«Το 2009 ξέραμε τι θέλαμε. Υποστηρίζαμε τον Mιρ Χοσεΐν Μουσαβί, τον τότε υποψήφιο πρόεδρο, θέλαμε η φωνή μας να ακουστεί, γίναμε κίνημα. Οι άνθρωποι που έχουν βγει στους δρόμους τις τελευταίες ημέρες απλώς διαμαρτύρονται εναντίον όλων, δεν ξέρουν τι ακριβώς θέλουν», λέει ο Μαχμούντ.
Η Τεχεράνη διαθέτει αδιάσειστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι διαδηλώσεις στο Ιράν ήταν «ξεκάθαρα κατευθυνόμενες από το εξωτερικό», κατήγγειλε ο πρεσβευτής της χώρας της Μέσης Ανατολής στον ΟΗΕ, Γκολαμαλί Χουσρού.
Μιλώντας κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την κατάσταση στο Ιράν, ο κ. Χουσρού κατηγόρησε τις ΗΠΑ για κατάχρηση της εξουσίας που διαθέτουν ως μόνιμο μέλος του Σ.Α.
Νωρίτερα, η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας, επεσήμανε ότι «το ιρανικό καθεστώς περιφρονεί τα δικαιώματα του λαού του» και κατήγγειλε τις εξοπλιστικές δαπάνες της ιρανικής κυβέρνησης σε βάρος, όπως είπε, της ευημερίας των πολιτών. Παράλληλα, σημείωσε ότι «το μήνυμα αυτού του λαού, είναι σταματήστε να υποστηρίζετε την τρομοκρατία», ενώ ζήτησε την αποκατάσταση του διαδικτύου στο Ιράν.
Από την πλευρά του, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Βασίλι Νεμπένζια επέμεινε ότι εναπόκειται στο Ιράν «να διευθετήσει τα προβλήματά του», καταγγέλλοντας τη στάση των ΗΠΑ προς την Τεχεράνη.
«Σπαταλάτε την ενέργεια του Συμβουλίου» είπε ο Βασίλι Νεμπένζια απευθυνόμενος στις ΗΠΑ που ζήτησαν να διεξαχθεί η συνεδρίαση με αντικείμενο την κατάσταση στη χώρα της Μέσης Ανατολής, ενώ έκανε λόγο για «ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις του Ιράν».
Ο πρεσβευτής της Γαλλίας στον ΟΗΕ Φρανσουά Ντελάτρ δήλωσε ότι οι διαδηλώσεις στο Ιράν προκαλούν μεν ανησυχία, ωστόσο δεν συνιστούν απειλή για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, επικρίνοντας εμμέσως τις ΗΠΑ που ζήτησαν τη διεξαγωγή της συνεδρίασης.
«Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί για οποιαδήποτε απόπειρα εκμετάλλευσης αυτής της κρίσης για προσωπικούς σκοπούς».