«Δεν υπάρχουν περιθώρια, το χρηματοδοτικό κενό που θα υπάρξει μετά το 2014 να καλυφθεί με νέα μέτρα λιτότητας. Η λύση είναι μόνο οι μεταρρυθμίσεις που αποτελούν προϋπόθεση για πρόσθετη χρηματοδοτική συνδρομή προς την Ελλάδα από τους ευρωπαίους εταίρους της ΕΕ που θα καλύψει το κενό αυτό. Επομένως η περίοδος έως το 2014 είναι η τελευταία ευκαιρία για να αποφύγουμε χειρότερη κρίση».
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η τριμηνιαία έκθεση του γραφείου προϋπολογισμού του κράτους για την οικονομία το διάστημα Απρίλιος – Ιούνιος 2013, επισημαίνοντας ότι «η επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη θα αποδειχθεί απατηλό όραμα αν δεν εφαρμοστούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις» Αναφερόμενοι στις καθυστερήσεις που έχουν σημειωθεί οι συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι «η μεγαλύτερη υστέρηση, και σε ορισμένες περιπτώσεις προχειρότητα, εμφανίζεται στις μεταρρυθμίσεις». Επικαλούνται μάλιστα ως παράδειγμα την περίπτωση της ΕΡΤ και της Δημοτικής Αστυνομίας. Οι σπουδαιότερες υστερήσεις, σύμφωνα με την έκθεση, σημειώνονται στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν στη Δημόσια Διοίκηση, στις αποκρατικοποιήσεις, στο φορολογικό σύστημα, στην υγεία και την εκπαίδευση.
Οι συντάκτες της έκθεσης προειδοποιούν ότι η κατάσταση της οικονομίας κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2013 παραμένει κρίσιμη και πολλά προβλήματα δεν έχουν ξεπερασθεί. Εντούτοις σημειώνουν ότι έχει υπάρξει πρόοδος στην δημοσιονομική πτυχή του προγράμματος προσαρμογής. Η Ελλάδα, όπως σημειώνεται, έχει καταφέρει να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα και να βρίσκεται πολύ κοντά σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2013. Την ίδια ώρα ωστόσο μια σειρά αρνητικοί παράγοντες υπονομεύουν την προσπάθεια. Αυτοί είναι: Οι δημόσιες επενδύσεις που περικόπτονται συνεχώς, βασικά διαρθρωτικά προβλήματα όπως η φοροδιαφυγή και το ασφαλιστικό εξακολουθούν να είναι απειλή για το μέλλον, ενώ το κράτος εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του έναντι των ιδιωτών προμηθευτών του. Από την άλλη πλευρά πάντως, το γραφείο προϋπολογισμού του κράτους αναφερόμενο στην τακτική της Τρόικας, διαπιστώνει πως αντί της προκαταβολικής εμπιστοσύνης προς την ελληνική πλευρά ότι θα εφαρμόσει όσα έχουν συμφωνηθεί, «έχει επιλέξει την πίεση μέσω των χρηματοδοτήσεων».