Η οριστικοποίηση των όρων της ανακεφαλαιοποίησης αποτελεί ένα από τα πλέον πιεστικά θέματα που θα κληθεί να αποφασίσει η νέα κυβέρνηση. Την προηγούμενη εβδομάδα οι τράπεζες εξασφάλισαν μια προσωρινή λύση για…
την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης. Εθνική, Eurobank, Alpha και Πειραιώς θα λάβουν 18 δισ. ευρώ για να αντισταθμίσουν τις βαριές απώλειες από το PSI. Με τα κεφάλαια αυτά αποκτούν συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας άνω του 8% που τις καθιστά βιώσιμες και εξασφαλίζει την απρόσκοπτη χρηματοδότησή τους από το ευρωσύστημα.
Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την υπουργική πράξη που καθορίζει το νομικό πλαίσιο για τη μεταφορά των ομολόγων από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στις εμπορικές τράπεζες. Σύμφωνα με αυτή, το ΤΧΣ θα συνάψει με το EFSF Συμβάσεις Προεγγραφής (subscription agreement) με τις οποίες θα μεταφερθούν στις τέσσερις μεγάλες τράπεζες -Εθνική, Eurobank EFG, Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς- ομόλογα ύψους 18 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι για την κάλυψη των ζημιών των εν λόγω τραπεζών, που προέκυψαν κυρίως από το PSI, το ΤΧΣ δεσμεύτηκε για την κεφαλαιακή ενίσχυσή τους με κεφάλαια ύψους 18 δισ. ευρώ.
Αυξήσεις κεφαλαίου
Αναλυτικότερα, το ΤΧΣ δεσμεύεται ότι θα συμμετέχει στις αυξήσεις κεφαλαίου που σχεδιάζουν οι τράπεζες με τα εξής ποσά: 6,9 δισ. ευρώ στην Εθνική Τράπεζα, 4,2 δισ. ευρώ στην Eurobank, 1,9 δισ. ευρώ στην Alpha Bank και 5 δισ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς. Τα κεφάλαια αυτά προέρχονται από την πρώτη δόση, ύψους 25 δισ. ευρώ, που προβλέπονται για την ανακεφαλαιοποίηση.
Τα ομόλογα θα κατατεθούν σε ειδικό λογαριασμό στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤΤΕ) και θα κατανεμηθούν σε κάθε τράπεζα, ώστε να προσμετρηθούν στα εποπτικά κεφάλαια. Πρόκειται για μια προσωρινή λύση ώστε να ενισχυθούν κεφαλαιακά οι τράπεζες έως ότου οριστικοποιηθεί η τελική δομή της ανακεφαλαιοποίησης μετά τις εκλογές. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τα παραπάνω κεφάλαια αποτελούν το πρώτο βήμα και θα συνυπολογιστούν στα συνολικά κεφάλαια που θα χρειαστούν για την ανακεφαλαιοποίηση, τους όρους της οποίας θα αποφασίσει η νέα κυβέρνηση.
Σύμφωνα με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, «το Ταμείο ενόψει της συμμετοχής του, κατά τις διατάξεις του νόμου, σε μελλοντική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου τράπεζας, που έχει κριθεί βιώσιμη από την ΤΤΕ, προκαταβάλλει την εισφορά του στην αύξηση ή μέρος της εισφοράς αυτής και μέχρι του ποσού που προσδιορίζεται από την ΤΤΕ». Η εισφορά καταβάλλεται υπό την προϋπόθεση ότι η τράπεζα έχει υποβάλει αίτημα κεφαλαιακής ενίσχυσης, το οποίο συνοδεύεται από επιχειρησιακό σχέδιο και λεπτομερές χρονοδιάγραμμα, το οποίο έχει αξιολογηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος ως βιώσιμο και αξιόπιστο. «Η ΤΤΕ κρίνει ότι η προκαταβολή της εισφοράς είναι αναγκαία, προκειμένου το πιστωτικό ίδρυμα να πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, και να διατηρεί πρόσβαση στη ρευστότητα του ευρωσυστήματος». «Εως την αποδέσμευση της ως άνω εισφοράς για την ολοκλήρωση της αύξησης του Μετοχικού Κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος, η εισφορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη διασφάλιση ρευστότητας» τονίζεται στην πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου.
Από εδώ και πέρα η μεγάλη εκκρεμότητα είναι η οριστικοποίηση των όρων της ανακεφαλαιοποίησης. Οι επιτελείς των τραπεζών περιμένουν τα αποτελέσματα της κάλπης και ελπίζουν στον σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης, η οποία θα προχωρήσει με ταχύτητα στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει να υλοποιήσει η χώρα καθώς και τις άλλες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Οι τράπεζες περιμένουν τον… τελικό λογαριασμό της ανακεφαλαιοποίησης αλλά και τα κίνητρα που θα δοθούν για τη συμμετοχή ιδιωτών στο εγχείρημα. Ο τρόπος κάλυψης των ζημιών από την Blackrock, η εποπτική αναγνώριση της αναβαλλόμενης φορολογίας, η δυνατότητα αποτίμησης των νέων ομολόγων στην ονομαστική τους αξία, τα κίνητρα που θα καθορίσουν τον βαθμό συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στην ανακεφαλαιοποίηση και το πώς θα αντιμετωπιστούν ATEBANK και Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (Τ. Τ.), είναι αυτά που θα καθορίσουν αν ο τελικός λογαριασμός της ανακεφαλαιοποίησης θα πλησιάσει τα 50 δισ. ευρώ (που έχουν προβλεφθεί από την τρόικα) ή θα περιοριστεί κάτω από τα 30 δισ. ευρώ όπως ελπίζουν οι τράπεζες.
Σύμφωνα με στελέχη τραπεζών, όσο μεγαλύτερος είναι ο λογαριασμός τόσο δυσκολότερη θα είναι η προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων και κατ’ επέκταση τόσο πιθανότερη η κρατικοποίηση μεγάλου μέρους του τραπεζικού συστήματος.
Ρεπορτάζ : Γιάννης Παπαδογιάννης
(από την Καθημερινή της Κυριακής)