Αναζητούνται λύσεις για την ανακεφαλαιοποίηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου

Λύσεις για την ανακεφαλαιοποίηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (ΤΤ) αναζητεί η κυβέρνηση σε συνεργασία με την τρόικα μετά την απόφαση να μην δοθεί νέα παράταση για τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του ΤΤ για το 2011.

Η προθεσμία λήγει την Παρασκευή, πράγμα που σημαίνει ότι ο οργανισμός πρέπει να γράψει και να ανακοινώσει τις ζημιές του που προέρχονται κατά ένα μεγάλο μέρος από το «κούρεμα» των ομολόγων του Δημοσίου, και να εμφανίσει αρνητική καθαρή θέση.

Υπό κανονικές συνθήκες, η λειτουργία του θα έπρεπε να ανασταλεί. Ομως σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Το δημόσιο που είναι βασικός μέτοχος με ποσοστό 45% θα δεσμευθεί για την ανακεφαλαιοποίηση αναφέρουν οι ίδιες πηγές. Οσον αφορά τη χρηματοδότηση του ΤΤ, αυτή σημειώνουν θα συνεχίζει να γίνεται μέσω του μηχανισμού ΕLA της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως και στην περίπτωση της Αγροτικής.
Οι πρώτες πληροφορίες αναφέρουν ότι το Δημόσιο σε συνεργασία με την τρόικα θα εξετάσουν όλες τις εναλλακτικές λύσεις για την ανακεφαλαιοποίηση του ΤΤ. Σ΄αυτές συμπεριλαμβάνεται και το σπάσιμο σε «καλή» και «κακή» τράπεζα και την εκποίηση της «καλής» τράπεζας, όπως έγινε με την Αγροτική.
Με δεδομένη την απόφαση της κυβέρνησης και της τρόικας για πώληση της τράπεζας, ορισμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει άμεσα και άλλες ότι αποτελεί κυβερνητική προτεραιότητα.

Οσοι υποστηρίζουν πως το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο «πάει πίσω» αναφέρουν ότι «δεν υπάρχουν λεφτά για την ανακεφαλαιοποίησή του, η οποία πρέπει να προηγηθεί της πώλησης» και ότι πρέπει πρώτα να συμφωνηθούν οι όροι ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με την τρόικα, να ψηφιστούν από τη Βουλή, να εκταμιευθεί η επόμενη δόση των 31,5 δισ. ευρώ και μετά να ανοίξει το θέμα της πώλησης.

Ωστόσο τραπεζικές πηγές αναφέρουν πως η κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει στην πώληση υπό τον όρο ότι θα γίνουν όλα τα προηγούμενα. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες η Εθνική Τράπεζα, η οποία κατέχει ποσοστό 6%, όσο και η Eurobank, εμφανίζονται ως επικρατέστεροι «μνηστήρες».