Αξιοσημείωτη αντοχή, παρά τις πιέσεις που δέχθηκε, επέδειξε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα την περασμένη εβδομάδα, κόντρα στις προβλέψεις για εκδήλωση μαζικών αναλήψεων και σχηματισμό ουρών για… λίγα μετρητά. Εχοντας την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η Τράπεζα της Ελλάδος ανταποκρίθηκε στον ρόλο της ως θεματοφύλακα της αγοράς, ικανοποιώντας στο ακέραιο τα αιτήματα των εμπορικών τραπεζών για την παροχή ρευστότητας.
Οι οιωνοί πάντως το βράδυ της περασμένης Κυριακής μόνο καλοί δεν ήταν. Μετά την αποτυχία σχηματισμού κυβέρνησης μέσα στο Σαββατοκύριακο, τη διαφαινόμενη προκήρυξη νέων εκλογών και τον διεθνή Τύπο να παρουσιάζει τη χώρα με το ένα πόδι εκτός ευρωζώνης, οι αρχές ετοιμάζονταν για τα χειρότερα και οι ξένοι δημοσιογράφοι που βρίσκονται στην Αθήνα για σκηνές… Αργεντινής.
Ζήτησαν άδεια για πλάνα…
Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατούσε είναι το γεγονός ότι ορισμένα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα και ειδησεογραφικά πρακτορεία ζήτησαν από τις διοικήσεις κάποιων τραπεζών ειδική άδεια προκειμένου να τραβήξουν πλάνα από το εσωτερικό των καταστημάτων τους, περιμένοντας ότι θα κατέγραφαν σκηνές πανικού. Τελικώς οι εκτιμήσεις και ίσως οι κρυφές επιθυμίες ορισμένων δεν επιβεβαιώθηκαν, παρά το γεγονός ότι η Δευτέρα ήταν μια δύσκολη ημέρα για τις τράπεζες. Στις 4 το απόγευμα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος ενημέρωνε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια ότι η διαρροή καταθέσεων είχε ήδη φτάσει τα 700 εκατ. ευρώ, ενώ αναμενόταν ότι με την τελική εκκαθάριση των συναλλαγών θα ξεπερνούσε τα 800 εκατ. ευρώ.
Ανάλογες απώλειες σημειώθηκαν και την Τρίτη, ενώ η κορύφωση καταγράφηκε την Τετάρτη, καθώς εκτελέστηκαν και εντολές ανάληψης μετρητών που είχαν παραγγελθεί το προηγούμενο διήμερο. Παρά τη μη φυσιολογική εκροή, οι τράπεζες κατάφεραν να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους, χωρίς να προκληθεί το παραμικρό. Βέβαια, η κατάσταση θα ξέφευγε αν τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα δεν στηρίζονταν από το ευρωσύστημα, και συγκεκριμένα από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης που έχει ενεργοποιήσει η Τράπεζα της Ελλάδος από πέρυσι το καλοκαίρι.
Μετά το πρώτο κύμα «δραχμοφοβίας», η κατάσταση ηρέμησε την Πέμπτη και την Παρασκευή, παρά το ότι η ειδησεογραφία δεν ευνοούσε κάτι τέτοιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ξένα πρακτορεία «έπαιζαν» ακόμη και πρώτο θέμα στις ιστοσελίδες τους την κατάσταση που επικρατούσε στις ελληνικές τράπεζες, ενώ επέλεξαν την Τετάρτη, όταν η αγωνία είχε χτυπήσει «κόκκινο», να δημοσιεύσουν άρθρα τα οποία με τον τρόπο που ήταν γραμμένα έδιναν την εντύπωση ότι η ΕΚΤ σταματά να στηρίζει το εγχώριο σύστημα.
Οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι βάλλονταν από παντού, σε μια περίοδο που ο κίνδυνος πρόκλησης ατυχήματος είναι αυξημένος, λόγω και της πολιτικής αστάθειας. Οι τραπεζίτες έγιναν πραγματικά έξαλλοι την περασμένη Τετάρτη όταν το Reuters μετέδιδε ότι ορισμένα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα δεν θα μπορούν να λαμβάνουν ρευστότητα από την ΕΚΤ ώσπου να ολοκληρωθεί η διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησής τους, μετά τις ζημιές από το PSI.
Η αλήθεια είναι ότι οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες (Εθνική, Alpha Bank, Eurobank, Τράπεζα Πειραιώς) δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν στις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωτράπεζας ώσπου να μπει στα ταμεία τους το πρώτο πακέτο των 18 δισ. ευρώ από το EFSF, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί ως την ερχόμενη Τετάρτη.
Κατά τη διάρκεια αυτού του ολιγοήμερου αποκλεισμού, η παροχή ρευστότητας πραγματοποιείται απρόσκοπτα από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία άλλωστε αποτελεί μέρος του ευρωσυστήματος.
Παρέμβαση Ντράγκι
Δεν είναι τυχαίο ότι δημόσια παρέμβαση για το τραπεζικό σύστημα της χώρας μας έκανε την ίδια ημέρα ο ίδιος ο διοικητής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, επισημαίνοντας ότι η ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών συνεχίζεται κανονικά. Οι τραπεζίτες σημειώνουν ότι είναι πολύ σημαντικό να ξεπεραστεί η αβεβαιότητα ως προς τον κίνδυνο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ ώστε να μην παρατηρηθούν ξανά τέτοιες καταστάσεις. Οπως αναφέρουν, τόσο η ΕΚΤ όσο και η Κομισιόν υπογράμμισαν την περασμένη Παρασκευή την ισχυρή τους βούληση για την παραμονή της χώρας μας στην ευρωζώνη, τονίζοντας ξεκάθαρα ότι εργάζονται μόνο προς αυτή την κατεύθυνση.