Αν ολοκληρωθεί το PSI, η Ευρωζώνη δεν θα μπορεί πια να διώξει την Ελλάδα

Ό,τι συμβαίνει στην Αθήνα είναι πιο σημαντικό από τις υποβαθμίσεις του οίκου Standard & Poor’s. Η κύρια πηγή άμεσης αναταραχής για την Ευρωζώνη ενδέχεται να προέλθει από την Ελλάδα, τη μοναδική χώρα που ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P δεν είχε περιλάβει στην πρόσφατη αναθεώρησή του η οποία οδήγησε στην υποβάθμιση της Γαλλίας και άλλων οκτώ ευρωπαϊκών κρατών.

Τα επιχειρήματα με τα οποία δικαιολόγησε ο S&P τις υποβαθμίσεις του είναι σωστά. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν συμφωνούν για τους τρόπους επίλυσης της κρίσης, τόνισε, και η δημοσιονομική λιτότητα από μόνη της αυτοτροφοδοτεί τα προβλήματα των δημόσιων οικονομικών. Αλλά όλα αυτά έχουν προεξοφληθεί από τις αγορές.

Σωστά είναι επίσης κι όσα είπε κι ο Μάριο Ντράγκι την περασμένη βδομάδα, κάνοντας λόγο για ‘διαφαινόμενα σημάδια σταθεροποίησης’. Πρόκειται για ένα επίτευγμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που υπό την ηγεσία Ντράγκι έδωσε άφθονη φθηνή ρευστότητα 489 δις ευρώ στις ευρωπαϊκές τράπεζες για τρία ολόκληρα χρόνια. Πολύ καλή αρχή έκανε και ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι. Με δυο λόγια, στην υπόλοιπη Ευρώπη όλα πάνε καλά.

Αλλά στην Ελλάδα όλα πάνε από το κακό στο χειρότερο. Η ελληνική οικονομία κατέγραψε ύφεση 6% το 2011 και προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά άλλο ένα 4% το 2012 σύμφωνα με τις Credit Suisse και Goldman Sachs ή κατά 7% σύμφωνα με την Economist Intelligence Unit. Τα νούμερα αυτά όμως σημαίνουν ότι τα νούμερα επί των οποίων στηρίχθηκε η συμφωνία του περασμένου Οκτωβρίου για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους έχουν ξεπεραστεί.

Το άμεσο πρόβλημα σε σχέση με το ελληνικό χρέος είναι το πώς θα υποχρεωθούν οι ομολογιούχοι του ιδιωτικού τομέα να ανταλλάξουν τα ομόλογα ύψους 206 δις ευρώ που κατέχουν με νέους τίτλους που θα έχουν ακριβώς τη μισή ονομαστική αξία. Στην πραγματικότητα βέβαια υπάρχουν δύο προβλήματα. Το ένα αφορά το πώς θα πειστούν οι εκπρόσωποι των ομολογιούχων στις διαπραγματεύσεις να δεχτούν τη συμφωνία και το δεύτερο είναι το πώς θα υποχρεωθεί το σύνολο των πιστωτών να δεχτεί τη συμφωνία.

Παρά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων είναι πιθανό ότι θα έχουμε μια συμφωνία – αν και θα είναι μάλλον καταστροφική. Σε περίπτωση που οι εκπρόσωποι των πιστωτών δεχτούν εν τέλει τη συμφωνία, οι απρόθυμοι ομολογιούχοι μπορούν κάλλιστα να υποχρεωθούν να συμμετάσχουν σε αυτήν με την εισαγωγή ρητρών συλλογικής δράσης στα ελληνικά ομόλογα οι οποίες θα έχουν αναδρομική ισχύ. Αν όμως οι εκπρόσωποι των πιστωτών δεν συμφωνήσουν, θα έχουμε επίσημο χρεοστάσιο της Ελλάδας και οι ζημιές θα επιβληθούν σε όλους τους πιστωτές υποχρεωτικά.

Το κύριο πρόβλημα ωστόσο είναι ότι η αναδιάρθρωση του χρέους των ιδιωτών πιστωτών δεν κλείνει το ελληνικό πρόβλημα σε ό,τι αφορά τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωζώνης. Το σχέδιο προβλέπει ότι οι εταίροι της Αθήνας θα πρέπει να δώσουν στην Ελλάδα 90 δις ευρώ στο πλαίσιο ενός δεύτερου πακέτου διάσωσης τον ερχόμενο Μάρτιο. Οι προηγούμενες δόσεις προς την Αθήνα ήταν πολύ μικρότερες. Για παράδειγμα, η δόση μηνός Δεκεμβρίου ήταν μόλις 8 δις ευρώ. Αλλά η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους σημαίνει ότι υποχρεωτικά η επόμενη δόση πρέπει να είναι τεράστια. Η Αθήνα χρειάζεται άνω των 40 δις ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών που θα καταρρεύσουν με την ελληνική αναδιάρθρωση και άλλα 30 δις ευρώ για να τα δώσει ως μετρητά στους ομολογιούχους του ιδιωτικού τομέα προκειμένου να συναινέσουν στην αναδιάρθρωση.

Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί όμως θα δυσκολευτούν να εκδώσουν μια τόσο μεγάλη επιταγή προς την Ελλάδα. Αυτό καθίσταται πασιφανές αν κρίνουμε από τα παζάρια και τις υπαναχωρήσεις που συνόδευσαν τις προηγούμενες μικρότερες δόσεις με δεδομένο το ότι τα δημόσια οικονομικά της Αθήνας διαπιστώνονται πάντα χειρότερα του αναμενόμενου και το ότι η χώρα δεν εφαρμόζει ποτέ τις υποσχέσεις της. Αυτή τη φορά όχι μόνο τα ποσά που διακυβεύονται είναι τεράστια αλλά αυτός ο πακτωλός κεφαλαίων πρέπει να δοθεί πριν από τις κρίσιμες εκλογές που το πιθανότερο είναι ότι θα φέρουν στην εξουσία τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας. Ο Αντώνης Σαμαράς έχει αντιδράσει άκρως αρνητικά στο πρόγραμμα λιτότητας και μεταρρυθμίσεων που ζήτησαν η Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από την Ελλάδα για να αναλάβουν τη χρηματοδότησή της.

Από την ευρωπαϊκή σκοπιά, η δανειοδότηση της Ελλάδας με ένα τόσο μεγάλο ποσό, εφόσον δεν τηρεί τους στόχους του προγράμματος της και προετοιμάζεται για εκλογές, είναι άκρως ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Όμως δεν υπάρχει καμιά εναλλακτική λύση πέρα από την κατάρρευση του ελληνικού προγράμματος. Και παραμένει ως γεγονός ότι παρά τα σημάδια σταθεροποίησης στην Ιταλία και την Ισπανία, η Ευρωζώνη δεν είναι ακόμη έτοιμη για μια ανεξέλεγκτη ελληνική χρεοκοπία. Ως εκ τούτου το πιθανότερο είναι ότι οι Ευρωπαίοι θα κρατήσουν την ανάσα τους, θα θολώσουν τα νερά και θα δώσουν τα λεφτά.

Αλλά αυτό δεν θα φέρει το τέλος των προβλημάτων. Τα αλλεπάλληλα εγχειρήματα διάσωσης της Ελλάδας σημαίνουν ότι οι επίσημοι πιστωτές σε λίγο καιρό θα έχουν βάλει 300 δις ευρώ στην Ελλάδα. Αυτό είναι το σύνολο των διακρατικών δανείων της Ευρωζώνης, των δανείων του ΔΝΤ, των αγορών ελληνικών ομολόγων της ΕΚΤ, των δανείων της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες έναντι ελληνικών τίτλων και των κεφαλαίων του ELA που δανείζει πλέον η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας προς τις ελληνικές εμπορικές τράπεζες.

Οι χώρες της Ευρωζώνης δεν θέλουν ούτε μια σκληρή ελληνική χρεοκοπία ούτε την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη επειδή φοβούνται τη μόλυνση. Στο μέλλον μπορεί ο κίνδυνος της μόλυνσης να περιοριστεί. Αν η παρούσα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ολοκληρωθεί με επιτυχία, θα μειωθεί η έκθεση του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα κι έτσι μια ενδεχόμενη επόμενη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μπορεί να μην προκαλέσει την ίδια αναταραχή. Αλλά ακόμη κι αν ο κίνδυνος της μόλυνσης περιοριστεί, η Ευρωζώνη δεν θα μπορεί πλέον να διώξει την Ελλάδα. Σε τελική ανάλυση, η μείωση της έκθεσης του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα γίνεται μέσα από την αύξηση της έκθεσης των επίσημων πιστωτών στη χώρα σε 300 δις ευρώ. Και οι πολιτικοί – πρωτίστως δε η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ που το φθινόπωρο του 2013 θα πάει σε εκλογές – δεν θα θέλει να υποχρεωθεί να εξηγήσει στο εκλογικό της σώμα πώς βρέθηκε με τόσο μεγάλες ζημιές.