>Απαγορεύονται μετρητά στις συναλλαγές άνω 3.000 ευρώ

>
Με … πρωταπριλιάτικο ψέμα μοιάζει η καθιέρωση από σήμερα του μέτρου της απαγόρευσης της χρήσης μετρητών, για συναλλαγές αξίας άνω των 3000 ευρώ.

Μπροστά στην αδυναμία της να εφαρμόσει το νόμο που η ίδια έφτιαξε τον περασμένο Απρίλιο (του 2010), τον παρέκαμψε με μία υπουργική απόφαση. Έτσι, ενώ ο νόμος προέβλεπε ότι υποχρεωτικά από 1-1- 2011 θα έπρεπε όλες οι συναλλαγές αξίας 1500 ευρώ και άνω να γίνονται μέσω τραπέζης (μέσω επιταγών, τραπεζικών λογαριασμών, πιστωτικών καρτών κλπ) το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε απόφαση ώστε το μέτρο να ισχύσει από 1ης Απριλίου 2011, ενώ άλλαξε και το όριο (3000 αντί 1500 ευρώ για φέτος και από τα 1500 ευρώ και άνω από την 1ης 1ου 2012).

Σε ενημερωτικό σημείωμα που εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών αναφέρονται τα εξής:

Α. ΕΙΔΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΜΕ ΙΔΙΩΤΕΣ

Αλλάζει από 1/4/2011, το καθεστώς στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και ιδιωτών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 20 του ν.3842/2010 (σσ. ο οποίος προβλέπει 1500 ευρώ από 1ης του 2011).

Συγκεκριμένα, από σήμερα τίθεται σε ισχύ η ρύθμιση που προβλέπει ότι:

Φορολογικά στοιχεία, αξίας άνω των 3.000 ευρώ, που εκδίδονται από επιτηδευματίες, για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών αποκλειστικά :

• μέσω Τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του αγοραστή των αγαθών/λήπτη των υπηρεσιών ή

• μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή

• με επιταγές.

Δηλαδή δεν επιτρέπεται, η εξόφληση των συγκεκριμένων συναλλαγών με μετρητά, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων ( βλέπετε σχετικά κατωτέρω Κεφ. Δ ).

Ως αξία συναλλαγής, για την εφαρμογή του ειδικού τρόπου εξόφλησης, νοείται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ .

Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω όριο, σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στην παρ.3 του άρθρου 20 του ν.3842/2010, ήταν 1.500 ευρώ, όμως το οικονομικό επιτελείο αποφάσισε να αυξηθεί το ποσό, προκειμένου να διευκολυνθούν οι υπόχρεοι κατά την πρώτη εφαρμογή του μέτρου . Για το λόγο άλλωστε αυτό, με σχετική υπουργική απόφαση, ορίζεται ως κατώτερο όριο συναλλαγής, το ποσόν των 3.000 ευρώ για το έτος 2011 και το ποσόν των 1.500 ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2012.

Β. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Ο ειδικός τρόπος εξόφλησης, εφαρμόζεται, εκτός των εξαιρετικών περιπτώσεων (βλέπετε κατωτέρω Κεφ. Δ) στις κάτωθι συναλλαγές :

1) Περίπτωση πώλησης σε ιδιώτη και ταυτόχρονη εξόφληση του φορολογικού στοιχείου

Είναι η πιο συνηθισμένη μορφή συναλλαγής και εφόσον υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ ( ή 1.500 ευρώ από 1/1/2012 ), εμπίπτει στις υποχρεώσεις του ειδικού τρόπου εξόφλησης.

2) Περίπτωση είσπραξης Προκαταβολών ή τμηματικών καταβολών

Προκαταβολές που εισπράττονται ή τμηματικές καταβολές, που αφορούν συναλλαγές ύψους άνω των 3.000 ευρώ ( ή 1.500 ευρώ από 1/1/2012 ), εμπίπτουν στις υποχρεώσεις του ειδικού τρόπου εξόφλησης, ανεξαρτήτως του ποσού έκαστης τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής. Δηλαδή ο ειδικός τρόπος εξόφλησης καθορίζεται από το ύψος της συναλλαγής ( ποσό εκδοθέντος φορολογικού στοιχείου) και όχι από τον τρόπο διακανονισμού της είσπραξης ( τμηματική καταβολή ).

3) Περίπτωση πώλησης αγαθών σε ιδιώτη «με ανταλλαγή»

Σε περίπτωση πώλησης αγαθών (όπως οχήματα, κ.λπ.) σε ιδιώτη «με ανταλλαγή», εξοφλείται από τον ιδιώτη – αγοραστή, με τον ειδικό τρόπο που αναφέρεται ανωτέρω, η διαφορά της αξίας που προκύπτει από το συμψηφισμό των αμοιβαίων ανταπαιτήσεων, εφόσον αυτή υπερβαίνει το ισχύον, κάθε φορά, όριο.

4) Σε περίπτωση αλλαγής λιανικώς πωληθέντων αγαθών

Σε περίπτωση αλλαγής λιανικώς πωληθέντων αγαθών, η αξία των οποίων προηγουμένως έχει εξοφληθεί, για τη νέα απόδειξη λιανικής πώλησης που εκδίδεται, εφαρμόζεται ο ειδικός τρόπος εξόφλησης που αναφέρεται ανωτέρω, εφόσον η διαφορά της αξίας που προκύπτει από το συμψηφισμό των αμοιβαίων ανταπαιτήσεων, υπερβαίνει το ισχύον, κάθε φορά, όριο.

5) Περίπτωση επιστροφής αγαθών και μεταγενέστερος συμψηφισμός της απαίτησης του ιδιώτη με επόμενη αγορά αγαθών

Σε περίπτωση επιστροφής αγαθών, εφόσον μεταγενέστερα η απαίτηση του ιδιώτη συμψηφισθεί με επόμενη αγορά αγαθών, εφαρμόζεται ο ειδικός τρόπος εξόφλησης που αναφέρεται ανωτέρω, εφόσον η διαφορά της αξίας που προκύπτει από το συμψηφισμό των αμοιβαίων ανταπαιτήσεων, υπερβαίνει το ισχύον, κάθε φορά, όριο .

6) Σε περίπτωση συναλλαγής που εξοφλείται, μερικώς ή ολικώς, με εκχώρηση από τον ιδιώτη προϊόντος δανείου

Σε περίπτωση συναλλαγής που εξοφλείται, μερικώς ή ολικώς, με εκχώρηση από τον ιδιώτη προϊόντος δανείου που βαρύνει αυτόν, με κατάθεση του σχετικού ποσού στο λογαριασμό του πωλητή – επιτηδευματία, εφαρμόζεται ο ειδικός τρόπος εξόφλησης που αναφέρεται ανωτέρω, για το τυχόν υπολειπόμενο ποσό, ανεξαρτήτως αξίας, εφόσον η τιμολογούμενη αξία της συναλλαγής υπερβαίνει το ισχύον, κάθε φορά, όριο της παρούσας.

Γ. ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΚΤΟΣ ΠΕΔΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Δεν εμπίπτουν στον ειδικό τρόπο εξόφλησης, οι εξής περιπτώσεις συναλλαγών:

1) Συναλλαγές για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του Κ.Β.Σ.

Αφορά τις κάτωθι περιπτώσεις :

α) Πωλήσεις ακινήτων, βιομηχανοστασίων, πλοίων, αυτοκινήτων, αεροσκαφών και λοιπών μηχανημάτων, εφόσον συντάσσονται συμβόλαια μεταβίβασης, καθώς και στις πωλήσεις μετοχών, παραγώγων, ομολογιών, ομολόγων, εντόκων γραμματίων και λοιπών συναφών.

β) Πωλήσεις ύδατος μη ιαματικού, αεριόφωτος, ηλεκτρικού ρεύματος, θερμικής ενέργειας ή παροχής τηλεπικοινωνιακών, ταχυδρομικών, τραπεζικών, χρηματιστηριακών, χρηματοδοτικών εργασιών, καθώς και στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., δημοτικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, εφόσον από τα ανωτέρω πρόσωπα εκδίδονται άλλα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου, εκτός της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας του αντισυμβαλλομένου και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη..) , εφόσον από τις επιχειρήσεις πώλησης των ειδών ή παροχής των υπηρεσιών αυτών ή από τα πρόσωπα είσπραξης ανταποδοτικών τελών, εκδίδονται άλλα έγγραφα, που περιλαμβάνουν τα στοιχεία της απόδειξης λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη, καθώς και στην είσπραξη αμοιβής από συμβολαιογράφο, εφόσον η αμοιβή του αναγράφεται στο συμβόλαιο για το οποίο εισπράττεται.

2) Αγορές αγαθών ή υπηρεσιών, που το αντίτιμο της αξίας καλύπτεται με επί μέρους διαδοχικές καταβολές (προκαταβολές), διαφορετικών προσώπων από τον τελικό καταναλωτή

Αγορές αγαθών ή υπηρεσιών, που το αντίτιμο της αξίας καλύπτεται με επί μέρους διαδοχικές καταβολές (προκαταβολές), διαφορετικών προσώπων από τον τελικό καταναλωτή. Το τυχόν επιπλέον, μη καλυπτόμενο κατά τα ως άνω ποσό, εξοφλείται με βάση ειδικό τρόπο εξόφλησης, εφόσον η συνολική αξία της συναλλαγής υπερβαίνει το ισχύον όριο (π.χ. αγορά αγαθών από ιδιώτη μέσω «λίστας γάμου» κ.λπ.).

Δ. ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΣΕ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΜΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ Η ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΑ/ ΙΔΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΓΙΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΑΠΟ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥΣ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΕΞΟΦΛΗΣΗΣ

1) Προϋποθέσεις εφαρμογής

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις συναλλαγών, που διενεργούνται :

α) Σε ημέρες και ώρες μη λειτουργίας των Τραπεζών ή

β) Με πρόσωπα – ιδιώτες που για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η από μέρους τους εξόφληση, με τον ειδικό τρόπο που αναφέρεται ανωτέρω.

Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να καταβάλλονται μετρητά ή να παραδίδονται συναλλαγματικές, οι οποίες εξοφλούνται εκτός τραπεζικού συστήματος, εφόσον ακολουθείται εκ μέρους της επιχείρησης η κάτωθι διαδικασία.

2) Ακολουθούμενη ειδική διαδικασία

• Έκδοση λογιστικού παραστατικού «απόδειξη είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιόγραφων».

Από τον επιτηδευματία – πωλητή, κατά το χρόνο είσπραξης μετρητών ή παραλαβής συναλλαγματικών (εκτός τραπεζικού συστήματος) από τον πελάτη – ιδιώτη, εκδίδεται λογιστικό παραστατικό «απόδειξη είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιόγραφων».

Η ως άνω απόδειξη, εκδίδεται αθεώρητη από διπλότυπο, τουλάχιστον, στέλεχος και εφόσον είναι μηχανογραφική δεν απαιτείται η σήμανση αυτής μέσω Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ..

Στο περιεχόμενο αυτής αναγράφονται το ποσό, ο τρόπος εξόφλησης, η αιτιολογία της είσπραξης (π.χ. προκαταβολή, τμηματική καταβολή, εξόφληση) και ο αύξων αριθμός του παραστατικού (εφόσον έχει προηγηθεί η έκδοση αυτού).

Επί προκαταβολών, πριν την έκδοση του φορολογικού στοιχείου, αναγράφονται τα αντίστοιχα στοιχεία του οικείου ταμειακού παραστατικού, εφόσον εκδίδεται από την επιχείρηση.

• Υποχρέωση κατάθεσης του εισπραχθέντος ποσού σε Τράπεζα.

Ο επιτηδευματίας υποχρεούται το ποσόν των μετρητών, που εισπράττει κατά το χρόνο έκδοσης της προαναφερόμενης απόδειξης ή κατά το χρόνο εξόφλησης των συναλλαγματικών, να το καταθέσει εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την έκδοσή τους, σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί σε οποιαδήποτε αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό Οργανισμό.

• Συσχετισμός των εκδιδόμενων παραστατικών .

Τα εκδιδόμενα τραπεζικά παραστατικά, συσχετίζονται από τον επιτηδευματία με τις «αποδείξεις είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιόγραφων» που αφορούν.

• Υποχρέωση διαφύλαξης των εκδιδόμενων παραστατικών .

Οι εκδιδόμενες «αποδείξεις είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιόγραφων», καθώς και τα τραπεζικά παραστατικά από τα οποία προκύπτουν τα δεδομένα της κατάθεσης, διαφυλάσσονται με ευθύνη του υπόχρεου, για όσο χρόνο προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 21 του Κ.Β.Σ.. « 2.Τα βιβλία, οι οπτικοί δίσκοι και γενικά όλα τα ηλεκτρομαγνητικά μέσα στα οποία αποθηκεύονται δεδομένα βιβλίων, για τα οποία δεν υπάρχει υποχρέωση εκτύπωσης τους, τα στοιχεία που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, καθώς και τα λοιπά δικαιολογητικά των εγγραφών στα βιβλία διατηρούνται στον εκάστοτε οριζόμενο από τις σχετικές φορολογικές διατάξεις χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρου. Τα βιβλία και τα στοιχεία αυτά διατηρούνται οπωσδήποτε όσο χρόνο εκκρεμεί σχετική υπόθεση ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας.»

Ε. ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Για πράξεις ή παραλείψεις της εφαρμογής του προβλεπόμενου ανωτέρω του ειδικού τρόπου εξόφλησης που διαπιστώνονται σε διαφορετικό χρόνο εντός της ίδιας διαχειριστικής περιόδου επιβάλλεται ιδιαίτερο πρόστιμο, ανά φορολογικό έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2523/1997. ( Άρθρο 4. Πρόστιμα

1. Τα πρόσωπα που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την κείμενη φορολογική νομοθεσία υπόκεινται για κάθε παράβαση σε πρόστιμο που ορίζεται από εκατόν δεκαεπτά (117) Ευρώ μέχρι χίλια εκατόν εβδομήντα (1.170) Ευρώ. Το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η επιβολή πρόσθετου φόρου ή δεν προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή. )