Σε εκκρεμότητα παραμένει το ζήτημα των δύο κρατικών τραπεζών, του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Αγροτικής Τράπεζας, στις οποίες δόθηκε παράταση για τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων του 2011 έως και τις 31 Μαΐου.
Αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις για αυτές θα ληφθούν από την κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές, σε συνεργασία με την τρόικα. Με βάση την ισχύουσα νομοθεσία το ΤΧΣ δεν επιτρέπεται να στηρίξει πιστωτικά ιδρύματα που ελέγχονται από το δημόσιο.
Πηγές από τη διοίκηση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι η τράπεζα θα κριθεί βιώσιμη και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα στηριχθεί κεφαλαιακά, συνεχίζοντας απρόσκοπτα τη λειτουργία της.
Όπως τονίζουν χαρακτηριστικά, οι ζημιές του 2011 θα προέλθουν σχεδόν αποκλειστικά από το PSI, σημειώνοντας ότι οι επισφάλειες βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Ως εκ τούτου, αποκλείουν το διαχωρισμό της τράπεζας σε «καλή» και «κακή».
Από την άλλη πλευρά, η Αγροτική Τράπεζα παρά τα σχέδια εξυγίανσης που βρίσκονται σε εξέλιξη, παρουσιάζει σοβαρότερα προβλήματα. Τραπεζικοί κύκλοι θεωρούν πιθανό το σενάριο διάσπασής της, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα να επιβαρύνει ξανά στο μέλλον το δημόσιο.
Η ΑΤΕ διατηρεί στα χαρτοφυλάκιά της ομόλογα συνολικού ύψους άνω των 5 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι με απομείωση της τάξης του 75% θα προκληθούν ζημιές άνω των 3,7 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά το χαρτοφυλάκιο τίτλων εκδόσεως του ελληνικού δημοσίου του ΤΤ ανέρχεται σε 3,2 δισ. ευρώ, οδηγώντας σε υποαξίες 2,3 δισ. ευρώ περίπου.