Οι κουβέντες, ως γνωστόν, είναι πολύ εύκολες. Λόγια που πέφτουν και ξεχνιούνται. Και θεωρούμε πως δεν έχουν συνέπειες. Λάθος. Τραγικό και μέγα. Η χώρα και η κοινωνία μαζί, ζουν μια τεράστια κρίση, όχι μόνον οικονομική, αλλά και πολιτική όπως διαπιστώθηκε από τις πρόσφατες εκλογές και κυρίως κοινωνική.
Μεγάλο μέρος του πληθυσμού, έχει υποστεί ήδη δραματική μείωση του βιοτικού του επιπέδου και έχει ίσως κάθε δίκιο να οργίζεται περισσότερο από τους άλλους. Αλλά και το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού νοιώθει δυστυχία, ανασφάλεια, αγωνία και βαθύτατη αποοήτευση. Οι αιτίες είναι γνωστές σε όλους και το αποτέλεσμά τους εκφράστηκε ξεκάθαρα στις εκλογές της 6ης Μαϊου.
Η Δευτέρα 7 Μαϊου ήταν μια άλλη μέρα. Ακούστηκαν πολλά, άλλα απολύτως φαιδρά, αλλά λιγότερο, άλλα κινδυνολογικά και άλλα δήθεν και απλώς επικοινωνιακά.
Ομως ελάχιστα ακούστηκαν που να αποτυπώνουν καθαρά την κατάστασή μας. Ερμηνεύουμε δηλώσεις και ανακοινώσεις, με βάση κυρίως την προσδοκία μας και όχι με βάση τη γνώση που θα μας επέτρεπε να σχηματίσουμε την ολοκληρωμένη εικόνα και να επιλέξουμε ψύχραιμα και ρεαλιστικά, όχι το ευκταίον αλλά το εφικτό.
Δεν είναι στις προθέσεις μου να κάνω οικονομικές αναλύσεις, στις οποίες τελικά ο πολύς κόσμος ελάχιστη σημασία δίνει και δεν είναι και αρμοδιότητά μου. Θα δώσω όμως μόνο ένα παράδειγμα. Η Ελλάδα εξάγει προϊόντα και υπηρεσίες που αντιστοιχούν στο 20% του ΑΕΠ της. Το 70% των εξαγωγών αυτών απευθύνεται στην Ευρώπη των δανειστών της. Επίσης στην Ελλάδα το 75% του ΑΕΠ είναι ιδιωτική κατανάλωση. Παρά το διετές σκληρότατο και άδικο πρόγραμμα λιτότητας –που πλήρωσε κατά κύριο λόγο ο ελληνικός λαός με μειώσεις μισθών, συντάξεων και υπέρογκη αύξηση της φορολογίας- η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει πρωτογενές έλλειμμα.
Το έλλειμμα αυτό καλύπτεται σήμερα από μέρος του δανεισμού της χώρας. Ενα μικρό μέρος, είναι αλήθεια, γιατί το μεγαλύτερο χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή των τόκων των δανείων. Αδικο μεν, αναγκαίο δε για τη συνέχιση της λειτουργίας του κράτους, έτσι όπως λειτουργεί, όμως αυτό θα μπορούσε να βελτιωθεί.
Κατά μια εκδοχή που διατυπώθηκε προεκλογικά –αλλά δεν αναλύθηκε επαρκώς κατά τη γνώμη μου- το έλλειμμα αυτό μπορεί να καλυφθεί σταδιακά από την εξοικονόμηση πόρων, αν και οι πηγές των πόρων παραμένουν αβέβαιες. Να σημειωθεί πως και μόνο λόγω της προκήρυξης των εκλογών, παρατηρήθηκε υστέρηση των εσόδων, αλλά ας υποθέσουμε οτι η ροή θα αποκατασταθεί και οι υπόχρεοι θα καταβάλλουν εγκαίρως και εμπροθέσμως τις φορολογικές και άλλες υποχρεώσεις τους προς το κράτος.
Εν τω μεταξύ, θα προσπαθήσουμε να επαναδιαπραγματευτούμε τόσο το Μνημόνιο και τα συνοδευτικά μέτρα, όσο και τους όρους των δανειακών συμβάσεων. Υποθέτουμε πως οι δανειστές θα καμφθούν, πιεζόμενοι και από τη λαϊκή ετυμηγορία και θα καθήσουν στο τραπέζι να τα ξαναδούμε όλα από την αρχή.
Τέλεια. Αυτό είναι το ιδανικό σενάριο και μακάρι να επιβεβαιωθεί.
Αν όμως, αν υπάρχει έστω και μια περίπτωση, οι δανειστές μας να παραμείνουν ανυποχώρητοι, τι θα συμβεί; Θα καταγγείλουμε τη δανειακή σύμβαση μονομερώς και θα καταργήσουμε τα μέτρα του μνημονίου; Τέλεια. Μετά όμως; Προφανώς η χρηματοδότηση θα σταματήσει, αλλά κανείς δεν θα μας πει «φεύγετε» από το club. Τι σημαίνει αυτό; Τι γίνεται; Η άμεση συνέπεια θα είναι η έλλειψη ρευστότητας. Έχοντας όμως νόμισμα το ευρώ και μια στραγγαλισμένη από ρευστότητα οικονομία που στηρίζεται στις εισαγωγές τις οποίες δεν θα έχει προλάβει να υποκαταστήσει από εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα, ελάχιστα περιθώρια έχει. Δυστυχώς δεν έχουν εφευρεθεί πολλά μοντέλα. Η οικονομία αυτή για να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία της, τις επιχειρήσεις που θα πρέπει να στηρίξουν την απασχόληση και κυρίως για να καλύψει το πρωτογενές έλλειμμά της, μια επιλογή έχει. Να «κόψει» χρήμα. Χρήμα που δεν μπορεί παρά να είναι πληθωριστικό, αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα που ακολουθεί. Το πρώτο είναι πως για να κόψει χρήμα, πρέπει να ανακτήσει το εκδοτικό δικαίωμα, που είχε εκχωρήσει με την είσοδό της στην Ευρωζώνη. Εάν η εξέλιξη αυτή επιβεβαιωθεί, η δραχμή θα επιστρέψει, αλλά όχι με όρους 2001 όταν αποσύρθηκε.
Το νέο εθνικό νόμισμα θα υποτιμηθεί και ο πληθωρισμός θα σκαρφαλώσει, ενώ η χώρα θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα λόγω της έλλειψης συναλλαγματικών διαθεσίμων, αναγκαίων για τις εισαγωγές πρώτων υλών και ειδών πρώτης ανάγκης. Αυτό μπορεί να τροφοδοτήσει ένα φαύλο κύκλο αυξήσεων των τιμών, υψηλού πληθωρισμού, περιορισμών στην κατανάλωση, ή περιορισμών στην κίνηση του χρήματος. Με δυο λόγια, όπως εξηγούσε φίλος γνώστης των οικονομικών θεωριών, όλοι κι όταν λέμε όλοι εννοούμε όλοι, θα φτωχύνουμε. Και θα φτωχύνουμε πολύ, μέχρι η οικονομία να ξαναρχίσει να αναπτύσσεται, να ξαναβρεί τις ισορροπίες της, να ξεκινήσει η παραγωγική διαδικασία κ.λ.π. Οι μόνοι που όχι μόνον δεν θα φτωχύνουν αλλά αντίθετα θα πλουτίσουν, είναι όσοι έχουν ήδη βγάλει κεφάλαια στο εξωτερικό και θα έχουν δάνεια στο εσωτερικό και στο υποτιμημένο νόμισμα, και όσοι με την άνεση των χρημάτων που θα έχουν έξω θα έρθουν να «επενδύσουν» μέσα. Μια επανάληψη των φαινομένων Tομ Πάππας, όπως εύστοχα παρατήρησε κάποιος συνομιλητής μου πρόσφατα.
Δηλαδή, εάν επιστρέψουμε στη δραχμή, δεν θα είναι αυτή του 2001 αλλά του 1950. Μια δραχμή που πολλοί από εμάς δεν έχουν γνωρίσει κι ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη θα κυκλοφορεί ευρώ.
Πολλοί ίσως με κατηγορήσουν ότι κινδυνολογώ ή προπαγανδίζω και άλλα τέτοια. Η αλήθεια είναι ότι περισσότερο τρέμω μπροστά σε μια τέτοια προοπτική. Δεν τη βλέπω ως ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα, αφήνοντας πίσω το σάπιο παρελθόν. Τη βλέπω σαν μια εξέλιξη εφιαλτική στη μηχανή του χρόνου. Αντί του μέλλοντός μας, ανώμαλη και βίαιη προσγείωση στο πιο μακρινό παρελθόν. Ένα παρελθόν σκληρό μιας χώρας που προσπαθούσε να ορθοποδήσει μετά από ένα παγκόσμιο πόλεμο κι έναν ακόμη πιο οδυνηρό εμφύλιο.
Μπορεί να υπερβάλλω, μπορεί να έχω επηρεαστεί και δηλώνω έτοιμη να ζητήσω συγγνώμη, αν μεταδίδω έστω κι άθελά μου μια τέτοια πλάνη.
Αν δεν υπάρχουν όλοι αυτοί οι κίνδυνοι, γιατί τάχα τρέχουν οι συνάνθρωποί μας στις τράπεζες και σηκώνουν ότι έχει ξεμείνει, ακόμη και τα ψιλά; Τι νομίζουν ότι θα περισώσουν κι από ποιόν κίνδυνο; Και θα σωθούν άραγε με 2-3 χιλιάδες ευρώ στο σεντούκι; Το θέμα είναι, η όποια αλλαγή στην πολιτική ζωή της χώρας, να φέρνει ελπίδα και προοπτική, για δημιουργία και βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Δεν μπορεί να ξεκινά, εμπνέοντας έστω και σε λίγους τον τρόμο.
Τέτοια δραχμή δεν τη θέλω. Θέλω να μου επιτραπεί το δικαίωμα να μπορώ να διαχειρίζομαι τη ζωή μου με αξιοπρέπεια. Δεν είναι χαρά η δημιουργία πάνω σε συντρίμμια, όταν μάλιστα τα συντρίμμια αυτά θα είναι όλα όσα μέχρι τώρα με κόπο πολύ οι περισσότεροι από μας δημιουργήσαμε. Και σίγουρα δεν είναι αυτό κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά ισοπέδωση. Αυτό αναζητούμε;