Δεν είναι λίγες οι φορές, που η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Ή, αλλιώς, κάποιες παραδόσεις δεν αλλάζουν εύκολα και δεν είναι πάντα για να σπάνε.
Αυτό συνέβη το βράδυ του Σαββάτου στο Μόναχο. Η Bayern βρέθηκε μπροστά στο σκορ και έχασε την ευκαιρία να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης, με ανατροπή ξανά από αγγλική ομάδα. Και, μπορεί το 1999 η μεταβολή του σκορ να έγινε μέσα σε δύο λεπτά και μέσα στην κανονική διάρκεια του αγώνα – και όχι στη διαδικασία των πέναλτι, όπως προχθές -, το αποτέλεσμα, όμως, είναι αυτό που μετράει και είναι το ίδιο:
Πριν από 13 χρόνια ήταν η Manchester United, φέτος είναι η Chelsea. Και οι δυο τους κατέρριψαν τελικά έναν άλλο μύθο:
Ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα απλό παιχνίδι, που παίζεται από 22 ποδοσφαιριστές, και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί.
Γιατί, όμως, δε συνέβη αυτό στο φετινό τελικό; Ο λόγος είναι απλός:
Διότι δεν αρκεί να έχεις απλώς την υπεροχή σε έναν αγώνα.
Δεν αρκεί να παίζεις μονότερμα τον αντίπαλό σου.
Πρέπει να παίζεις ουσιαστικά, χωρίς εμμονές, και να αλλάζεις το σύστημά σου όταν το παιχνίδι δεν σου βγαίνει.
Κάτι, που δεν έκανε η Bayern. Αποτέλεσμα;
Η Chelsea, με τη βοήθεια και της τύχης, άντεξε, και – όταν χρειάστηκε (δηλαδή μόλις δέχθηκε γκολ) – αντέδρασε όπως έπρεπε, δείχνοντας χαρακτήρα μεγάλης ομάδας, ισοφάρισε και πλησίασε πολύ κοντά και στο δεύτερο τέρμα πριν ολοκληρωθεί η κανονική διάρκεια του αγώνα, αφού οι – βέβαιοι για τη νίκη τους – Γερμανοί, είχαν καταρρεύσει ψυχολογικά. Κάτι, που φάνηκε και στα πέναλτι.
Ο Drogba ευστόχησε, παγώνοντας το Μόναχο και το πρόσωπο της Merkel, που παρακολουθούσε τον αγώνα μαζί με τους υπόλοιπους ηγέτες της G8, στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι εμμονές στοιχίζουν. Πολύ περισσότερο, όταν αφορούν στην εφαρμογή πολιτικών και όχι απλώς σε ένα ποδοσφαιρικό αγώνα. Η Γερμανίδα καγκελάριος το έζησε αυτό το Σαββατοκύριακο στο Camp David. Η πολιτική διαρκούς και αυστηρής λιτότητας, χωρίς αναπτυξιακές παραμέτρους, αποδοκιμάστηκε – ή δεν επικροτήθηκε – από τους συναδέλφους της. Η συζήτηση για το ευρωομόλογο και για μέτρα ανάκαμψης της οικονομίας ξαναμπήκε στο τραπέζι. Η πίεση προς το Βερολίνο αυξάνεται διαρκώς.
Αυτό δε σημαίνει ότι λύσαμε τα προβλήματά μας.
Δε σημαίνει ότι πρέπει να συνεχίσουμε να λειτουργούμε με προεκλογική λογική και να μην προχωρούμε σε αυτές τις καθ΄ όλα αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Δε σημαίνει ότι πρέπει το κράτος να συνεχίσει να υπολειτουργεί, επειδή οδεύουμε προς τις κάλπες.
Σημαίνει ότι πρέπει να τρέξουμε σε πολλά, ώστε να δείξουμε το καλό πρόσωπο προς τα έξω και να πείσουμε με αυτό τον τρόπο τους δανειστές μας ότι πρέπει και αυτοί να επισπεύσουν τις παρεμβάσεις τους.
Μόνο έτσι – απαλλαγμένοι, δηλαδή, από τις δικές μας εμμονές και δουλεύοντας συστηματικά και ευέλικτα όπως η Chelsea – θα μπορέσουμε να επαναδιαπραγματευτούμε επί της ουσίας και αμεσότερα τα μέτρα λιτότητας, που έχουν γονατίσει την οικονομία και την αγορά.
Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, θα αναζητούμε πάλι θεωρίες συνομωσίας για τον κακό μας τον καιρό.