Η αίσθηση είναι κοινή: η Ευρώπη έλυσε ακόμη ένα πρόβλημα, αυτή τη φορά με τα εκατό δισ. ευρώ που διοχέτευσε προς τις ισπανικές τράπεζες, δημιουργώντας πολλά ερωτηματικά. Επίσης, φαίνεται ότι για ακόμη μία φορά αντέδρασε αργά. Κυρίως φαίνεται ότι απέτυχε και πάλι να πείσει ότι η λύση στο πρόβλημα δεν είναι μόνο η ενδεδειγμένη αλλά και η οριστική.
«Βραχυπρόθεσμα η λύση κρίνεται θετική. Αλλά μακροπρόθεσμα δεν έχει λυθεί τίποτε», τονίζει στους «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο αναλυτής της Μόργκαν Στάνλεϊ Ανταμ Πάρκερ. Οι αναλυτές δεν άργησαν να εντοπίσουν ένα βασικό λάθος στο ισπανικό ντιλ. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι τα εκατό δισ. δεν θα κατευθυνθούν απευθείας στα ταμεία των τραπεζών αλλά θα δοθούν στην ισπανική κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει, όμως, ότι θα εγγραφούν στο χρέος τής ήδη επιβαρημένης ισπανικής οικονομίας και ότι κατά πάσα πιθανότητα οι ισπανοί φορολογούμενοι θα επιφορτιστούν με το βάρος της αποπληρωμής του πακέτου. Σε αυτό το φορτίο θα πρέπει να προστεθούν τα 16 δισ. που χρωστούν οι περιφέρειες. Συνολικά, η κυβέρνηση Ραχόι πρέπει να εξασφαλίσει 47 δισ. το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες της. Αυτά τα χρήματα είναι αδύνατο να τα δανειστεί με ένα επιτόκιο της τάξης του 7%.
Το στοίχημα, επομένως, δεν είναι μόνο να στεφθεί από επιτυχία το σχέδιο διάσωσης των ισπανικών τραπεζών αλλά και να καθησυχάσει τις αγορές, που ανησυχούν για την υγεία της ισπανικής οικονομίας, έτσι ώστε να μειωθούν τα ισπανικά σπρεντ.
Προς το παρόν, τίποτε δεν είναι σίγουρο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η αποδοχή των εκατό δισ. από την ισπανική κυβέρνηση ανοίγει μια νέα φάση στην κρίση που ταλανίζει την ευρωζώνη καθώς επιβεβαιώνει ότι το μέγεθος του προβλήματος είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο εμφανιζόταν έως σήμερα: η ισπανική οικονομία είναι δύο φορές μεγαλύτερη από το σύνολο των οικονομιών της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, των τριών χωρών που έχουν καταφύγει στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Από αυτή την άποψη, εντείνει την ανησυχία η εκτίμηση ότι, κατά πάσα πιθανότητα, το πακέτο διάσωσης των ισπανικών τραπεζών δεν θα έχει θετικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία της χώρας της Ιβηρικής Χερσονήσου. Αυτό, τουλάχιστον, διδάσκει η εμπειρία.
ΔΥΣΠΙΣΤΙΑ. Από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως την Ιρλανδία, τα τραπεζικά πακέτα διάσωσης δεν μεταφράστηκαν σε ουσιαστικά οφέλη για την πραγματική οικονομία. Και στις δύο περιπτώσεις, οι τράπεζες δεν ανταπέδωσαν τη χάρη και η δυσπιστία εξακολουθεί να βασιλεύει. Ο ίδιος κανόνας αναμένουν οι αναλυτές ότι θα ισχύσει και στην περίπτωση της Ισπανίας. Το πιθανότερο είναι ότι οι ισπανικές τράπεζες δεν θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα χρήματα για να δανείσουν στις επιχειρήσεις και να κινηθεί η ισπανική οικονομία αλλά για να αγοράσουν ομόλογα του ισπανικού Δημοσίου. Το χειρότερο σενάριο σε αυτήν την περίπτωση θα ήταν να μην «πιάσει» το κόλπο της αγοράς ομολόγων και να χρειαστεί μια νέα επέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Επιστροφή, δηλαδή, στο σημείο μηδέν.