ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΒΕΑ, κ. Κ. ΜΙΧΑΛΟΥ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΟ ΕΒΕΑ

«Ως ΕΒΕΑ, πιστεύουμε ότι η κινητοποίηση των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας, η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και η διαμόρφωση μιας νέας αναπτυξιακής φιλοσοφίας, αποτελούν προϋποθέσεις για την έξοδο από την κρίση. Αποτελούν προϋποθέσεις για μια βιώσιμη οικονομία, με περισσότερες ευκαιρίες και προοπτικές για όλους.

Γι’ αυτό και φιλοξενούμε με χαρά τη σημερινή εκδήλωση, η οποία στηρίζει τους στόχους της διεθνούς  εκστρατείας Repo(we)r Greece. Μιας συλλογικής πρωτοβουλίας που αναζητά, σύγχρονες λύσεις, δημιουργικές ιδέες και τρόπους για τον επαναπροσδιορισμό της εικόνας της Ελλάδας.

Όλοι αναγνωρίζουμε ότι μια τέτοια προσπάθεια, ξεκινά δυστυχώς από πολύ χαμηλά. Στη διάρκεια της τελευταίας διετίας, η αξιοπιστία και η ελκυστικότητα της χώρας μας έχουν πληγεί σοβαρά – και ελπίζουμε όχι ανεπανόρθωτα.

Εδώ και αρκετούς μήνες, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στην κορυφή της ατζέντας των διεθνών ΜΜΕ. Και οι αφορμές ήταν κάθε άλλο παρά θετικές: κρίση χρέους, «κούρεμα», απεργίες, βίαια επεισόδια, πολιτική αστάθεια κτλ. Τις τελευταίες ημέρες, σε όλα αυτά έχουν προστεθεί και οι απαξιωτικές αναφορές από Ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους. Οι οποίοι, σε αντίθεση π.χ. με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, δεν αντιμετωπίζουν την Ελλάδα μόνο ως αδύναμη να εξυπηρετήσει το δανεισμό της. Την αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο ως αναξιόπιστη. Ως μια χώρα που οι εταίροι της «ανέχονται» αναγκαστικά, μέχρι να τους δοθεί η ευκαιρία να απαλλαγούν. Οι πρόσφατες δηλώσεις του κ. Μπαρόζο, του κ. Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν και άλλων, επιβεβαιώνουν ότι η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένη.

Σίγουρα, η Ευρώπη έχει τεράστιες ευθύνες για την κλιμάκωση της κρίσης χρέους και για τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει σήμερα το κοινό νόμισμα. Ωστόσο, η σημερινή αρνητική εικόνα της Ελλάδας οφείλεται κυρίως σε εγχώριες πράξεις και παραλείψεις. Οφείλεται στο γεγονός ότι εδώ και δύο χρόνια, η χώρα αναλαμβάνει δεσμεύσεις τις οποίες δεν τηρεί. Οφείλεται στο γεγονός ότι εδώ και δύο χρόνια, δεν έχει προχωρήσει καμιά σοβαρή μεταρρύθμιση στο κράτος και στις αγορές. Δεν έχει προχωρήσει καμία σοβαρή αποκρατικοποίηση, κανένα σχέδιο αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας. Δεν υπήρξε καμία ουσιαστική πρόοδος στη μείωση των κρατικών δαπανών. Δεν επιτεύχθηκε κανένας δημοσιονομικός στόχος. Το μόνο που έγινε ήταν να επιβληθούν εξοντωτικοί φόροι και να οδηγηθεί η ελληνική οικονομία σε όλο και βαθύτερη ύφεση.

Σε κάθε περίπτωση, το θέμα μας δεν είναι αν η Ελλάδα δυσφημείται δικαίως ή αδίκως. Το θέμα μας είναι ότι με αυτή την εικόνα και κυρίως με αυτό το κλίμα, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Κι αυτό ισχύει για δύο βασικούς λόγους.

Πρώτον, γιατί υποβαθμίζεται η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας, σε μια εποχή όπου λαμβάνονται καθοριστικές αποφάσεις για το μέλλον της ευρωζώνης. Η συμμετοχή μας στο ενιαίο νόμισμα κρέμεται από μια κλωστή και  κάθε μέρα που περνάει τα πράγματα δυσκολεύουν. Δεν μπορεί λοιπόν η χώρα μας να τίθεται στο περιθώριο, ως παρίας και  «χαμένη υπόθεση».

Δεύτερον, η αρνητική εικόνα που υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα, πλήττει σοβαρά την εξωστρέφεια της χώρας. Κι αυτό είναι ένα εξίσου σημαντικό πρόβλημα. Αν θέλουμε να ανακάμψει η οικονομία μας, χρειαζόμαστε περισσότερες εξαγωγές, περισσότερες διεθνείς συνεργασίες, περισσότερες ξένες επενδύσεις και κεφάλαια. Τίποτε από όλα αυτά δεν μπορεί να επιτευχθεί, όσο η Ελλάδα φέρει τη σφραγίδα της αφερεγγυότητας, της αστάθειας και του κινδύνου.

Υπάρχει επομένως άμεση ανάγκη να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας και να επαναπροσδιοριστεί η εικόνα της διεθνώς. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί στο επίπεδο της επικοινωνίας και μόνο. Χρειάζεται ουσία. Χρειάζεται να αλλάξουν πράγματα. Χρειάζεται να αλλάξουν δομές, διαδικασίες, αλλά και νοοτροπίες, αντιλήψεις και πρότυπα.

Σίγουρα δεν μπορούν να γίνουν όλα μέσα σε μια μέρα. Οι προτεραιότητες όμως είναι σαφείς.

Πρώτον, να υπάρξει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στο επίπεδο της δημοσιονομικής προσαρμογής. Η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα, ότι μπορεί να βάλει σε τάξη τα οικονομικά του κράτους. Ότι μπορεί όχι μόνο να εξυπηρετήσει αλλά και να περιορίσει το χρέος της. Διαφορετικά, ακόμα κι αν δεν δούμε την πόρτα εξόδου από το ευρώ, το στίγμα της χρεοκοπίας θα ακολουθεί για πολλά χρόνια τη χώρα μας. Θα ακολουθεί το τραπεζικό της σύστημα και τις επιχειρήσεις της, θα υπονομεύει κάθε πρωτοβουλία και προσπάθεια.

Μαγικές λύσεις για να μειωθεί το έλλειμμα και το χρέος, δεν υπάρχουν. Υπάρχουν όμως ρεαλιστικές και αποτελεσματικές πολιτικές. Που επικεντρώνουν στην περικοπή των δαπανών, στις μεταρρυθμίσεις, στις αποκρατικοποιήσεις, στην τόνωση της ανάπτυξης. Και όχι στην υπερφορολόγηση και στις οριζόντιες περικοπές, όπως γίνεται μέχρι σήμερα.

Δεύτερον, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε θέματα νόμου και τάξης. Σίγουρα πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο ζήτημα, που δεν εξαντλείται σε λίγες κουβέντες. Είναι όμως ανάγκη να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα που ζήσαμε επανειλημμένα στη διάρκεια της χρονιάς: κλειστά λιμάνια και αεροδρόμια, χημικά, βία, ζημιές και λεηλασίες στο κέντρο της Αθήνας. Σε μια περίοδο κρίσης και κοινωνικής δυσπραγίας είναι απολύτως αναμενόμενο να υπάρχουν διαμαρτυρίες και να δημιουργούνται εντάσεις. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί την ανομία και την ασυδοσία, από όπου κι αν προέρχονται. Οι εικόνες που έκαναν φέτος το γύρο του κόσμου στοίχισαν στην Ελλάδα δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και έπληξαν τον πιο εξωστρεφή τομέα της οικονομίας μας, τον τουρισμό. Ας ελπίσουμε ότι οι απώλειες δεν θα είναι μεγαλύτερες στη συνέχεια.

Τρίτον, χρειάζεται να δημιουργηθεί ένα φιλικότερο περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις. Δεν αρκεί να προσκαλούμε ξένους επενδυτές. Πρέπει και να πείθουμε ότι μπορούν και αξίζει να φέρουν εδώ τα κεφάλαιά τους. Δεν αρκεί να ζητάμε νέες επιχειρηματικές ιδέες και πρωτοβουλίες. Πρέπει να παρέχουμε και τις προϋποθέσεις για να ανθίσουν.  Θα πρέπει λοιπόν να προχωρήσουν άμεσα μεταρρυθμίσεις, για:

  • Τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου, σταθερού και ανταγωνιστικού φορολογικού πλαισίου.
  • Την απλούστευση και την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης νέων επιχειρήσεων και επενδύσεων, ειδικά σε διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους.
  • την αποσαφήνιση των όρων και προδιαγραφών για τις χρήσεις γης
  • και τη ριζική αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης. Πριν από λίγες μέρες, ο ΟΟΣΑ δημοσιοποίησε μια έκθεση – κόλαφο σχετικά με τη γραφειοκρατία στην Ελλάδα και την ικανότητα της χώρας να εφαρμόσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Όσο η γραφειοκρατία, η αναποτελεσματικότητα και η διαφθορά θα αποτελούν συνώνυμα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, η εικόνα της χώρας δεν θα αλλάξει ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για το ρόλο και την παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα μια από τις πιο ασφυκτικά ρυθμιζόμενες αγορές στην Ευρώπη. Με κλειστά επαγγέλματα, με κλειστές αγορές, με αμέτρητους περιορισμούς σε κάθε είδους δραστηριότητα. Έτσι, κλείνει ο δρόμος για νέες επιχειρηματικές ιδέες και κινήσεις, που μπορούν να κάνουν ανταγωνιστικότερα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της χώρας.

Τέταρτη, αλλά εξίσου σημαντική προτεραιότητα, είναι η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό. Υπολογίζεται ότι τα επόμενα χρόνια, πάνω από 500.000 άνθρωποι στην Ελλάδα θα πρέπει να αλλάξουν δουλειά. Και θα πρέπει να κατευθυνθούν σε κλάδους με εξωστρέφεια και προοπτική, είτε ως εργαζόμενοι είτε ως επιχειρηματίες.

Είναι επομένως ανάγκη να υπάρξουν κατάλληλα προγράμματα επανακατάρτισης και ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων. Ακόμη πιο απαραίτητη είναι η αναβάθμιση της Εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες και η σύνδεση των Πανεπιστημίων με τις ανάγκες της οικονομίας. Η Ελλάδα διαθέτει λαμπρά μυαλά, σε κάθε αντικείμενο.

Διαθέτει ανθρώπους που θα μπορούσαν να διαπρέψουν εντός των συνόρων και να γίνουν πρεσβευτές της χώρας μας στο εξωτερικό. Δυστυχώς, μέχρι τώρα αυτό το πολύτιμο κεφάλαιο χάνεται. Και θα συνεχίσει να χάνεται όσο δεν υπάρχει σοβαρή ανώτατη εκπαίδευση, όσο δεν υπάρχουν ευκαιρίες, προοπτικές και συνθήκες για να αξιοποιήσουν οι ικανοί νέοι άνθρωποι τις δυνατότητές τους.

Όλα τα παραπάνω είναι παρεμβάσεις που πρέπει να προχωρήσουν σε θεσμικό επίπεδο. Ωστόσο, αν θέλουμε να αλλάξουμε την εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό, θα πρέπει να αλλάξουμε κυρίως τις αντιλήψεις και τη νοοτροπία μας. Θα πρέπει να αναδείξουμε νέα πρότυπα ως κοινωνία και να τα προβάλλουμε στη συνέχεια προς τα έξω.

Χρειάζεται να απαλλαγούμε από μια κατεστημένη φιλοσοφία που εχθρεύεται την επιχειρηματικότητα, φοβάται το ρίσκο και αποθαρρύνει τη δημιουργία. Οι λογικές του βολέματος και της ήσσονος προσπάθειας, που κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες, έβλαψαν σοβαρά τη χώρα μας. Πρέπει να αλλάξουν. Και θα αλλάξουν με προσπάθεια και κινητοποίηση από όλους μας. Από την Πολιτεία, από τον επιχειρηματικό κόσμο, από εκπαιδευτικούς, από τεχνοκράτες, από ομάδες και ανθρώπους με άποψη και όραμα για την Ελλάδα του αύριο.

Η εικόνα της Ελλάδας στον κόσμο, δεν διαμορφώνεται μόνο από την εκάστοτε κυβέρνηση ή τους πολιτικούς της. Διαμορφώνεται και από τις επιχειρήσεις της, κι από τα συνδικάτα της, κι από την πνευματική της ηγεσία, αλλά και από τον καθένα μας. Αν θέλουμε λοιπόν μια νέα, μια καλύτερη εικόνα για τη χώρα μας, χρειάζεται να κοιτάξουμε πρώτα ανάμεσά μας. Για να αλλάξουμε όσα μας υποτιμούν και μας πληγώνουν. Για να αναδείξουμε και να στηρίξουμε όλα αυτά που αξίζουν. Όλα αυτά που μπορούν να βοηθήσουν στην ανάκαμψη της οικονομίας μας. Όλα αυτά που μπορούν να μας κάνουν ξανά υπερήφανους».