Στην Κουμουνδούρου έχουν αρχίσει τόσο οι αριθμητικοί υπολογισμοί για τα πιθανά μετεκλογικά σενάρια και τις δυνατότητες συνεργασιών όσο και η ονοματολογία για την πλήρωση των υπουργικών θέσεων, έστω κι αν πρόκειται για πρώτες συζητήσεις. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αντιλαμβάνεται πλήρως ότι τα περιθώρια κυβερνητικών συνεργασιών δεν είναι αμέτρητα, αλλά συγκεκριμένα και περιορισμένα.
Με το ΚΚΕ να μη δέχεται καμία συζήτηση για συμμετοχή σε κυβερνητικό σχήμα και τους Οικολόγους Πράσινους να βρίσκονται μακριά από την είσοδό τους στη Βουλή, οι πιθανοί σύμμαχοι είναι τρεις: η Δημοκρατική Αριστερά του κ. Φώτη Κουβέλη, το ΠΑΣΟΚ και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες. Τουναντίον είναι σχεδόν αδιανόητο να υπάρξει οποιαδήποτε σύγκλιση με τη Ν.Δ., πολύ περισσότερο όταν διαφαίνεται από τις εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα ότι δεν θα επιβάλλεται μια τέτοια συνύπαρξη. Για τη συμμαχία με τη ΔΗΜ.ΑΡ. δεν γεννάται θέμα. Τα δύο κόμματα έχουν την ίδια ιδεολογική και πολιτική μήτρα, στελέχη με κοινές διαδρομές και οι προγραμματικές αποκλίσεις δεν είναι απαγορευτικές. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά πιθανό να μην αρκεί η κοινοβουλευτική δύναμη των δύο κομμάτων για τη συγκρότηση κυβέρνησης, οπότε θα αναζητηθεί και τρίτος εταίρος.
Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις:
■ Η μία προκρίνει τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ως ένα κόμμα με κεντροαριστερές κοινωνικές αναφορές, χωρίς όμως να βρίσκει πολλά ευήκοα ώτα στην Κουμουνδούρου.
■ Η άλλη προτείνει συμμαχία με τους Ανεξάρτητους Ελληνες, με δεδομένο ότι ο κ. Πάνος Καμμένος είναι στο αντιμνημονιακό μπλοκ και άρα υπάρχει βασική συμφωνία στο θεμελιώδες ζητούμενο της νέας κυβέρνησης, που είναι η ανατροπή του μνημονίου. Η δεύτερη αυτή άποψη φαίνεται ότι μπορεί να κερδίσει έδαφος προϊόντος του χρόνου.
Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι πρόκειται για ένα κόμμα που υπέγραψε το μνημόνιο και αντιπροσωπεύει τον παλαιό δικομματισμό, ενώ το μεγάλο εμπόδιο με τους Ανεξάρτητους Ελληνες είναι οι πολιτικές διαφορές σε τομείς όπως τα εθνικά θέματα και η λαθρομετανάστευση, που για ένα διάστημα όμως μπορούν να τεθούν στην άκρη της κυβερνητικής ατζέντας και όχι στο επίκεντρο. Με το ΠΑΣΟΚ εκτιμάται ότι δεν θα υπάρξει θέμα συμμετοχής στελεχών του στο υπουργικό σχήμα αλλά ισχυρή πίεση για τη διάσωση μεσαίων παραγόντων του σε κρατικές θέσεις, κάτι που θα πλασαριστεί ως προσπάθεια εξευμενισμού του συστήματος, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να αποτελέσει και ωρολογιακή βόμβα για τη νέα κυβέρνηση.