Πώς κατέληξε η ATEbank στην Τράπεζα Πειραιώς

Η διάσπαση της ATE Bank σε καλή και κακή τράπεζα με τη μεταβίβαση του υγιούς τμήματος στον όμιλο Πειραιώς και την εκκαθάριση των προβληματικών στοιχείων αποτελούν την πρώτη, μετά την κρίση, μείζονα κίνηση ανασύνταξης στον τραπεζικό χώρο.

Με την κίνηση αυτή ο όμιλος Πειραιώς ενισχύει σημαντικά τη θέση και το ειδικό του βάρος στην τραπεζική αγορά. Το σύνολο του ενεργητικού (pro-forma – Μάρτιος 2012) του νέου σχήματος ανέρχεται σε 74 δισ. ευρώ, των καταθέσεων σε 35 δισ. ευρώ και των χορηγήσεων μετά τις προβλέψεις σε 44 δισ. ευρώ.

Το προσωπικό του ομίλου θα ανέλθει σε 17.000 εργαζόμενους και το σύνολο του δικτύου των καταστημάτων σε 1.230, με παρουσία σε εννέα ακόμη χώρες εκτός Ελλάδας. Σημειώνεται ότι το δίκτυο της ΑΤΕBank στην Ελλάδα αριθμεί τα 468 σημεία, ενώ της Τράπεζας Πειραιώς τα 324 σημεία. Η ΑΤΕBank βρισκόταν σε δεινή θέση, αποτέλεσμα του κουρέματος των ομολόγων (PSI) αλλά και των συσσωρευμένων προβλημάτων (ποιότητα δανείων, απαξίωση θυγατρικών κ.ά.) μετά από δεκαετίες κακοδιαχείρισης και διασπάθισης κρατικών πόρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ίδια κεφάλαια της τράπεζας διαμορφώνονταν στα -3 δισ. ευρώ, ενώ ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώνονταν στο -26%.

Τα εναλλακτικά σενάρια
Οπως σημείωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γεώργιος Προβόπουλος, στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, Κυβέρνηση, ΤτΕ και τρόικα εξέτασαν τέσσερα εναλλακτικά σενάρια για την αντιμετώπιση της ΑΤΕ:

– Κλείσιμο και εκκαθάριση της τράπεζας.

– Ανακεφαλαιοποίηση και ριζική αναδιάρθρωση της τράπεζας, δηλαδή αναδιάρθρωση πέραν του μέχρι πρότινος εφαρμοζόμενου σχεδίου.

– Αναδιάρθρωση της τράπεζας υπό καθεστώς μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος, με στόχο την πώλησή της σε σύντομο χρονικό διάστημα.

– Μεταβίβαση των υγιών στοιχείων της τράπεζας προς άλλη τράπεζα.

Σύμφωνα με τον κ. Προβόπουλο, η ανακεφαλαιοποίηση της ΑΤΕ δεν ήταν εφικτή, διότι σύμφωνα με το Μνημόνιο, η ανακεφαλαιοποίηση δεν θα μπορούσε να γίνει με κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, επειδή η τράπεζα δεν είναι βιώσιμη. Επιπλέον, όπως τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ για τη συνέχιση της λειτουργίας της ATE Bank θα απαιτούνταν περίπου 5 δισ. ευρώ που θα οδηγούσε το κόστος για τον Ελληνα φορολογούμενο σε πάνω από 10 δισ. ευρώ σε μια περίοδο όπου η κυβέρνηση δίνει αγώνα για την περικοπή δαπανών ύψους 11,5 δισ. ευρώ.

Ο κ. Προβόπουλος υπογράμμισε ότι η δεινή θέση της τράπεζας δεν οφείλεται μόνο στο «κούρεμα» των ομολόγων (PSI) αλλά στα χρόνια δομικά προβλήματα. «Ακόμη και αν αγνοήσουμε τη χρήση του 2011, που εκτάκτως επιβαρύνθηκε λόγω PSI, τα σωρευτικά κέρδη της ΑΤΕ στην περίοδο 1997-2010, μόλις φθάνουν τα 190 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, σε ολόκληρη τη “χρυσή περίοδο”, η τράπεζα, παρά τις ισχυρές κεφαλαιακές ενέσεις των 4 δισ. ευρώ, είχε οριακά θετικό αποτέλεσμα, ουσιαστικά μηδενικό. Την ίδια περίοδο, η Εθνική Τράπεζα κατάφερε να έχει κέρδη 5,3 δισ. ευρώ, η Alpha Bank 4 δισ. ευρώ, η Eurobank 3,5 δισ. ευρώ και η Πειραιώς 1,7 δισ. ευρώ. Γεγονός που υποδηλώνει και τη μεγάλη διαφορά κερδοφορίας μεταξύ των τεσσάρων και της ΑΤΕ».

Χαρακτηριστικό των αστοχιών, που σωρευτικά οδήγησαν την τράπεζα σε αδιέξοδο, είναι ότι τα προηγούμενα χρόνια είχε επενδύσει 1,2 δισ. ευρώ σε θυγατρικές εταιρείες και σήμερα, ύστερα από αλλεπάλληλες απομειώσεις και διαγραφές, έχουν απομείνει 156 εκατ. ευρώ. Εχασε δηλαδή πάνω από 1 δισ. ευρώ ή το 85% της αξίας των θυγατρικών της. Επίσης προχώρησε σε «επενδύσεις» σε παράγωγα και άλλα τοξικά επενδυτικά προϊόντα από τα οποία στην τριετία 2009-2011 επιβαρύνθηκε με ζημιές 285 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι η ΑΤΕ κατετάγη στην τελευταία θέση μεταξύ 91 ευρωπαϊκών τραπεζών στο stress test που πραγματοποιήθηκε το 2011 από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή.

Γιανννης Παπαδογιαννης