>Με την… παράκληση προς τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών ταμείων να είναι απόλυτα συνεπείς προς τα χρονοδιαγράμματα, καθώς «η επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής συντάξεων αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησης», εγκύκλιος του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κουτρουμάνη ορίζει πως η προσωρινή σύνταξη, κοντά στο 80% της οριστικής, θα εκδίδεται το πολύ εντός 3 μηνών! Το πολύ εντός 6 μηνών, εφόσον η απόφαση αφορά διαδοχική ασφάλιση… Την ίδια στιγμή βέβαια, τα ασφαλιστικά ταμεία, σχεδόν στην πλειοψηφία τους, έχουν κηρύξει μια ιδιότυπη «στάση πληρωμών» προς τους νέους συνταξιούχους, καθώς η καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων και την απονομή της σύνταξης φθάνει πλέον ακόμη και τα 3 χρόνια. Χιλιάδες συνταξιούχοι βρίσκονται στα όρια της εξαθλίωσης, πολλοί αναγκάζονται να προσφύγουν στη λύση του δανεισμού, από τις τράπεζες, ενώ πληθαίνουν οι περιπτώσεις όσων απεβίωσαν, περιμένοντας… Ειδικοί εκτιμούν πως συνολικά, βρίσκονται σε αναμονή περί τις 300.000 συντάξεις, κύριες, επικουρικές καθώς και εφάπαξ, με χρόνο αναμονής, στην καλύτερη περίπτωση 9 μήνες, στη χειρότερη 3 χρόνια.
Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα κατέρρεε αυτόματα, εάν όλοι οι δικαιούχοι διεκδικούσαν τα χρήματά τους, και μάλιστα εντόκως, δηλώνουν χαρακτηριστικά δικηγόροι, υποστηρίζοντας ότι οι καθυστερήσεις έχουν πλέον, το χαρακτήρα έμμεσης στάσης πληρωμών. Καθώς βέβαια, χιλιάδες δικαιούχοι έχουν εξωθηθεί στα άκρα, δεδομένου ότι από τη μία μέρα (εργασίας) στην άλλη (διακοπή και κατάθεση αίτησης συνταξιοδότησης) βρέθηκαν χωρίς εισόδημα και μάλιστα για διάστημα που κατά μέσο όρο ξεπερνά τον ένα χρόνο. Το πρόβλημα είναι βαθύτατα κοινωνικό, καθώς δεν είναι πλέον εύκολος και ο δανεισμός από τις τράπεζες, λύση στην οποία καταφεύγουν όσοι συνταξιούχοι μπορούν.
Μάλιστα, οι ίδιοι δικηγόροι θεωρούν πως το αμέσως επόμενο διάστημα θα εκδηλωθεί μαζικό κύμα ένδικων διεκδικήσεων, αφού δεν είναι λίγοι οι μελλοντικοί συνταξιούχοι που έχουν φθάσει στα όριά τους και αναζητούν κάθε τρόπο προκειμένου να επισπεύσουν την έκδοση της συνταξιοδοτικής απόφασης. Είναι χαρακτηριστικό, όπως τονίζουν άνθρωποι που βρίσκονται στα πολιτικά γραφεία βουλευτών, όχι μόνον της κυβέρνησης αλλά και της αντιπολίτευσης, εκτός από την αναζήτηση εργασίας, το κυριότερο αίτημα – «ρουσφέτι» με το οποίο βρίσκονται αντιμέτωποι τους τελευταίους μήνες, είναι να εκδοθεί γρηγορότερα κάποια σύνταξη.
Το πρόβλημα είναι τεράστιο, καθώς οι περισσότεροι που αναμένουν κατά μέσο όρο, 10 μήνες για την καταβολή των πρώτων χρημάτων, δεν έχουν τη δυνατότητα εξασφάλισης του βιοπορισμού τους, μετά τη διακοπή της εργασίας τους. Γιατί η καθυστέρηση δεν αφορά μόνο στο εφάπαξ, που για όσους το λαμβάνουν έχει το χαρακτήρα μιας συμπληρωματικής παροχής, μετά από χρόνια αποταμίευσης, αλλά στην κύρια σύνταξη, η οποία έρχεται να αντικαταστήσει μέρος του μισθού.
Μάλιστα, πολλοί εκφράζουν φόβους πως όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο πιθανό είναι να λάβουν μικρότερη σύνταξη, κάτι που έγινε στην πράξη με το εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων και των εργαζόμενων στη ΔΕΗ. Βάσει του πρόσφατου νέου Μνημονίου – Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, το εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων που κατέθεσαν αίτηση συνταξιοδότησης από την 1η Ιανουαρίου του 2010, όταν εκδοθεί, θα είναι μειωμένο κατά 10%. Αντίστοιχα, για τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ, η μείωση θα είναι της τάξης του 15%. Βάσει των υπολογισμών, οι απώλειες για τους δημοσίους υπαλλήλους θα κυμανθούν μεταξύ 4.000 και 5.000 ευρώ για κάθε ασφαλισμένο, ενώ για το ταμείο της ΔΕΗ, η μείωση αγγίζει τα 15.000 ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ταμείου των δημοσίων υπαλλήλων μόλις 8.000 άτομα που έχουν την ατυχία να περιμένουν το εφάπαξ τους από το Δεκέμβριο του 2009 μέχρι σήμερα, δεν θα δουν την παροχή τους να μειώνεται, ενώ οι υπόλοιποι περίπου 32.000 θα λάβουν «κουρεμένο» το εφάπαξ τους. Εκτιμήσεις δε, θέλουν στο τέλος του 2011 η ουρά στο ταμείο να έχει ξεπεράσει τα 50.000 άτομα.
Ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης, εκφράζουν φόβους, πως η αύξηση του χρόνου αναμονής παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες και καλές προθέσεις, κρύβει ένα ευρύτερο πρόβλημα, που δεν είναι άλλο από τη δραματική έλλειψη ρευστότητας με την οποία βρίσκονται αντιμέτωπα τα ταμεία. Το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων είναι μεν η χαρακτηριστικότερη περίπτωση, ενός ταμείου που αδυνατεί να καταβάλλει το εφάπαξ γιατί δεν έχει χρήματα, δεν είναι όμως, όπως φαίνεται η μόνη. Άλλωστε, τις τελευταίες ημέρες διαφαίνεται όλο και πιο καθαρά εκ νέου πρόβλημα με την καταβολή των… παλαιών συντάξεων, καθώς απαιτούνται μέχρι το τέλος του χρόνου, περισσότερα από 1 δισ. ευρώ, εκτός από αυτά που εξασφαλίστηκαν στην προηγούμενη διαπραγμάτευση με την Τρόικα.
Ένα συχνό φαινόμενο, που επιβαρύνει σημαντικά τους ασφαλισμένους, είναι η προσφυγή τους σε ιδιωτικά γραφεία προκειμένου να ενημερωθούν ή και να αναθέσουν τις υποθέσεις τους προκειμένου να εκδοθεί η σύνταξή τους γρηγορότερα. Το κόστος αυτών των «υπηρεσιών» για τον πολίτη είναι από 50 μέχρι 250 ευρώ για απλή ερώτηση και από μία έως δύο συντάξεις, δηλαδή από 500 ευρώ μέχρι και 3.000 ευρώ, για ανάθεση της υπόθεσης έκδοσης συνταξιοδοτικής απόφασης.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, το υπουργείο ενεργοποιεί τη διάταξη για την προσωρινή σύνταξη, γνωρίζοντας βέβαια ότι το μέτρο δεν προχώρησε τα προηγούμενα χρόνια. Βέβαια, το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι περιπτώσεις, συνταξιούχων που η αναμονή τους έχει φέρει ένα βήμα πριν από την εξαθλίωση και ζητούν εκ των υστέρων την καταβολή τουλάχιστον της προσωρινής σύνταξης. Στον αντίποδα, όσοι καταθέτουν τώρα τα χαρτιά τους για συνταξιοδότηση, δεν εμπιστεύονται το μέτρο, θεωρώντας ότι «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού».
Σύμφωνα με τη νέα εγκύκλιο, τα ταμεία έχουν υποχρέωση να εκδίδουν την οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, αποκλειστικά στις εξής προθεσμίες:
i) Εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης και των κατά περίπτωση απαιτούμενων δικαιολογητικών όταν θεμελιώνεται αυτοτελές δικαίωμα συνταξιοδότησης.
ii) Εντός (6) μηνών σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος αιτείται σύνταξης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
Βέβαια πριν καλά – καλά υποχρεωθούν στην έκδοση της σύνταξης εντός χρονοδιαγραμμάτων, τίθεται και η εξαίρεση: βάσει της εγκυκλίου, η τήρηση των προθεσμιών είναι υποχρεωτική για τον ασφαλιστικό ταμείο, μόνον στην περίπτωση που, εκτός των κατά περίπτωση απαιτουμένων δικαιολογητικών για την απονομή σύνταξης, η αίτηση συνταξιοδότησης συνοδεύεται και από τη βεβαίωση χρόνου ασφάλισης. Με άλλα λόγια οι προθεσμίες αρχίζουν μόνον εφόσον ο φάκελος της αιτήσεως συνταξιοδότησης είναι πλήρης.
Κι ερχόμαστε στην περίπτωση της έκδοσης προσωρινής σύνταξης.
Η εγκύκλιος ξεκαθαρίζει ότι «σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο τα όργανα του ασφαλιστικού φορέα αδυνατούν να τηρήσουν τις ανωτέρω αποκλειστικές προθεσμίες, υποχρεούνται να προβαίνουν στην έκδοση πράξης προσωρινής σύνταξης μέσα στις παρακάτω προθεσμίες:
i) Εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης στις περιπτώσεις θεμελίωσης αυτοτελούς δικαιώματος συνταξιοδότησης, η οποία συνοδεύεται από:
α) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα χρόνο ασφάλισης, και
β) Όλα τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
ii) Εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης σε περίπτωση συνταξιοδότησης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, η οποία συνοδεύεται από:
α) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα χρόνο ασφάλισης, και
β) Όλα τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Επειδή οι προθεσμίες για την έκδοση πράξεων προσωρινής σύνταξης είναι μικρότερες από τις αντίστοιχες για την έκδοση οριστικών αποφάσεων συνταξιοδότησης (45 ημέρες αντί 3 μηνών ή 75 ημέρες αντί 6 μηνών), οι φορείς θα πρέπει να εκτιμήσουν πριν τη λήξη της προθεσμίας έκδοσης πράξης προσωρινής σύνταξης εάν μπορούν να εκδώσουν οριστική απόφαση συνταξιοδότησης εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών. Σε περίπτωση που κατά την εκτίμησή τους δεν είναι δυνατή η έκδοση οριστικής απόφασης εντός των προθεσμιών, υποχρεούνται είτε να προβαίνουν στην έκδοση της προσωρινής σύνταξης (εντός 45 ή 75 ημερών ), είτε σε αιτιολογημένη πράξη απόρριψης όταν κρίνεται ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.
Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης, οφείλει να το κοινοποιεί ο ίδιος στο ταμείο.
Υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης:
Το ποσό της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του 80% του ποσού της σύνταξης που προκύπτει βάσει του χρόνου ασφάλισης και των εισφορών ή συνταξίμων αποδοχών που λαμβάνονται υπόψη κατά περίπτωση για τον υπολογισμό της σύνταξης στον αντίστοιχο οικείο φορέα κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, το Δημόσιο ή το ΝΑΤ.
Ειδικά για το ΙΚΑ − ΕΤΑΜ, λαμβάνονται υπόψη οι μεικτές αποδοχές που έλαβε ο ασφαλισμένος το μήνα Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης ή σε περίπτωση προγενέστερης διακοπής της ασφάλισής του, του τελευταίου μήνα απασχόλησής του, όπως αυτές προκύπτουν από τα προσκομιζόμενα ασφαλιστικά βιβλιάρια.
Επίσης, το προκύπτον βάσει του ανωτέρω τρόπου υπολογισμού ποσό, δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 90% του κατώτατου ορίου σύνταξης.