>Στα 32,4 δισ. ευρώ έφθασε το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων

>ΔPAMATIKH επιδείνωση καταγράφει, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ για τη νομισματική πολιτική, η ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων των τραπεζών στο πρώτο εξάμηνο του 2011, με τον διοικητή Γ. Προβόπουλο να συστήνει νέο γύρο εξαγορών και συγχωνεύσεων καθώς και άμεσες κινήσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Αναλυτικά ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε τον Ιούνιο του 2011 στο 12,8% του συνόλου, από 10,5% στο τέλος του 2010.

Πρακτικά η εξέλιξη αυτή συνεπάγεται ότι κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου δημιουργήθηκαν νέα «κόκκινα» δάνεια της τάξης των 5,5 δισ. ευρώ, ενώ το σύνολο των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανέρχεται πλέον στα 32,4 δισ. ευρώ.

Τη μεγαλύτερη επιδείνωση καταγράφουν τα καταναλωτικά δάνεια, που στο τέλος του πρώτο εξαμήνου αυξήθηκαν στο 24% από 20% τον Δεκέμβριο του 2010, ενώ προβληματισμό προκαλεί η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τόσο για τα επιχειρηματικά όσο και για τα καταναλωτικά. Συγκεκριμένα, στο τέλος Ιουνίου το 11,2% των επιχειρηματικών δανείων δεν εξυπηρετείται έναντι 8,8% στο τέλος του 2010, ενώ τα «κόκκινα» στεγαστικά αυξήθηκαν στο 11,9% του συνόλου των δανείων της κατηγορίας από 10,3% έξι μήνες νωρίτερα.

Η εξέλιξη των «κόκκινων» δανείων επιβεβαιώνει την τάση που επικρατεί στο εγχώριο πιστωτικό σύστημα, σύμφωνα με την οποία ο ρυθμός αύξησης τοποθετείται στο 1% ανά τρίμηνο. Ως εκ τούτου τραπεζικοί παράγοντες εκτιμούν ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα προσεγγίσουν το 15% στο τέλος της τρέχουσας χρήσης, με το σύνολό τους να υπερβαίνει τα 37 δισ. ευρώ.

Μονόδρομος οι συγχωνεύσεις

Την ίδια στιγμή η ΤτΕ αναφέρει ότι οι προκλήσεις για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εντάθηκαν το 2011. Η επιδείνωση των γενικότερων μακροοικονομικών συνθηκών και η αυξημένη αβεβαιότητα επηρέασαν αρνητικά τις καταθέσεις και την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου και παρέτειναν την αδυναμία πρόσβασης των τραπεζών στη διατραπεζική αγορά.
Παράλληλα, οι ισολογισμοί των τραπεζών επιβαρύνθηκαν το πρώτο εξάμηνο από την επίδραση της απομείωσης της αξίας των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ περαιτέρω επιβάρυνση εκτιμάται ότι θα καταγραφεί στα αποτελέσματα του έτους.

Υπό τις συνθήκες αυτές η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος δέχεται ισχυρές πιέσεις, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης, εξυγίανση των ισολογισμών και επαναπροσδιορισμό του επιχειρησιακού υποδείγματος λειτουργίας των τραπεζών.
Η δημιουργία μεγαλύτερων και ισχυρότερων σχημάτων αποτελεί αναγκαία επιλογή στη διαδικασία αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος και θα επιτρέψει στις τράπεζες να διαδραματίσουν επιτυχώς τον διαμεσολαβητικό τους ρόλο, συμβάλλοντας στην ανασυγκρότηση της οικονομίας.

Την ίδια στιγμή στο τέλος Ιουνίου του 2011 οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας εμφάνισαν υποχώρηση που οφείλεται κυρίως στην επίδραση στα εποπτικά κεφάλαια από τις προβλέψεις εν όψει της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα (PSI) βάσει της αρχικής συμφωνίας της 21ης Ιουλίου.

Επιπλέον, λόγω της συνεχούς επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος και της επίδρασης που θα έχει η απομείωση της αξίας των ομολόγων, μετά και την πρόσφατη απόφαση της συνόδου κορυφής, απαιτείται περαιτέρω, σημαντικού ύψους, κεφαλαιακή θωράκιση του τραπεζικού συστήματος.
Πέραν τούτου ενδέχεται οι τράπεζες να πρέπει να προχωρήσουν σε περαιτέρω ενίσχυση των κεφαλαίων τους όταν ολοκληρωθεί η διενεργούμενη διαγνωστική μελέτη για τα χαρτοφυλάκια δανείων τους.

Κ. Παπαγρηγόρης
[email protected]