Το προφίλ του νέου επενδυτή της Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας

“Το ζητούμενο σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ο επενδυτής (σ.σ. χρηματοπιστωτικός οργανισμός) να προέρχεται από χώρα με καλό εποπτικό πλαίσιο και να χαίρει της εμπιστοσύνης των εγχώριων εποπτικών αρχών” δηλώνει ο πρόεδρος της Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (πρώην ΜARFIN POPULAR BANK) Mιχάλης Σαρρής, αναφορικά με τις προσπάθειες ανακεφαλαιοποίησης και το νέο μετοχικό σχήμα της δεύτερης μεγαλύτερης κυπριακής Τράπεζας.
Σε συνέντευξη του στη κυπριακή οικονομική ιστοσελίδα StockWatch ο κ. Σαρρής σημειώνει ότι, ο νέος μέτοχος της Λαϊκής θα πρέπει επίσης να αξιοποιήσει τη γεωγραφική εγγύτητα της Κύπρου με τις αραβικές χώρες.

Επιπλέον, όπως αναφέρει, “θα ήταν ιδανικό να λαμβάνει χρηματοδότηση από τη διατραπεζική αγορά, ώστε να μην υπάρχει τόση εξάρτηση από “ακριβές” καταθέσεις, που διατηρούν το κόστος δανεισμού σε υψηλά επίπεδα”. Ο νέος πρόεδρος της Λαϊκής Μ. Σαρρής, αναφερόμενος στη μετοχική σύνθεση της Τράπεζας σημειώνει: “δεν θα ήταν άσχημο ένα μοντέλο που να υπήρχε ένας μικρός αριθμός ξένων επενδυτών που να συμφωνούσαν να μην έχει τον έλεγχο ένας από αυτούς, αλλά να έχουν εμπιστοσύνη σε μια διοίκηση που να προωθήσει τα συμφέροντα τους”.

Τις επόμενες εβδομάδες η διοίκηση θα ζητήσει από τους μετόχους της Λαϊκής να την εξουσιοδοτήσουν να προχωρήσει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, σε μετοχές της επιλογής της και σε τιμή όχι κατώτερη των 30 σεντ. Οι μεγαλομέτοχοι της Λαϊκής είναι σήμερα το Dubai Financial με περίπου 19% και η Marfin Investment Group με περίπου 9%. Ο κ. Σαρρής εκτιμά ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι σε θέση να συμμετάσχουν πλήρως στην έκδοση, και επομένως θα μειωθεί το ποσοστό τους.

Στην ίδια συνέντευξη ο κ. Σαρρής, ο οποίος διετέλεσε πρώην υπουργός Οικονομικών αποκαλύπτει ότι η Κεντρική Τράπεζα προειδοποίησε για τους κινδύνους που ελλόχευαν από την έκθεση των κυπριακών τραπεζών σε ελληνικά ομόλογα. Σημειώνει, επίσης, ότι “όσον αφορά το μέγεθος της επέκτασης των κυπριακών τραπεζών στο ελληνικό δημόσιο η Κεντρική Τράπεζα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου”. Χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες αναφέρει ότι η εποπτική αρχή έστειλε “επιστολές στις τράπεζες για την έκθεση τους σε ελληνικά ομόλογα”. “Οι τράπεζες έπρεπε να εισακούσουν τις υποδείξεις της Κεντρικής Τράπεζας” καταλήγει ο κ. Σαρρής.