Αρκετό διάστημα μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος στήριξης της χώρας θα χρειαστεί και η πλήρης εφαρμογή των μέτρων που αφορούν τη φορολογική πολιτική (συλλογή φόρων κ.λπ.). «Η τεχνική εφαρμογή των μέτρων για την αποτελεσματική απόδοση της φορολογικής πολιτικής θα χρειαστεί κάπου πέντε χρόνια για να υλοποιηθεί πλήρως» τόνισε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, δίνοντας εμμέσως το στίγμα για τις δεσμεύσεις που θα περιλαμβάνει το πλαίσιο το οποίο θα εφαρμοστεί μετά τη λήξη του προγράμματος. Δεν αποκλείεται οι δεσμεύσεις να αφορούν και το πεδίο της είσπραξης οφειλών προς το Δημόσιο, καθώς, όπως είπε, υπάρχουν 2 εκατ. οφειλέτες, με μόλις το 50% να έχει υποχρεωθεί σε τακτοποίηση των οφειλών από σχεδόν μηδενικό ποσοστό το 2015. Τόνισε, παράλληλα, ότι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων χρειάζεται καλύτερα εκπαιδευμένο προσωπικό.
Εκτός από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη φορολογική πολιτική οι δεσμεύσεις της «επόμενης μέρας» θα αφορούν και το μέτωπο της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, και ειδικότερα το Κτηματολόγιο ή το άνοιγμα των αγορών δικτύων, όπως της ενέργειας. «Χρειάζονται τουλάχιστον τέσσερα με πέντε χρόνια σταθερής υλοποίησης για να αλλάξει το οικονομικό μοντέλο» επισήμανε.
Σχετικά με τις τράπεζες, επισήμανε ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας βρίσκεται σε ικανοποιητικό σημείο και ότι υπάρχει σε εξέλιξη προσπάθεια για τη μείωση μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία θα πρέπει να μειωθούν σε 60 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019. Ομως παραδέχτηκε, δείχνοντας την πίεση που έχουν δεχτεί οι δανειολήπτες τον τελευταίο καιρό, ότι μόλις τους τελευταίους έξι μήνες βλέπουμε κάποια πρόοδο με σοβαρό τρόπο και εκτίμησε ότι η διαδικασία υλοποίησης των μέτρων για την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών θα χρειαστεί ακόμη δύο χρόνια.
ΣΚΛΗΡΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ. Τα λόγια του Κοστέλο, ο οποίος είχε προσκληθεί από ολλανδούς βουλευτές για να μιλήσει για το ελληνικό πρόγραμμα, ήταν ακόμη αποκαλυπτικά της σκληρής λιτότητας που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα, και κυρίως στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου. Ενδεικτική ήταν η παραδοχή, την οποία επανέλαβε αρκετές φορές, ότι καταγράφεται «υπεραπόδοση των δημοσιονομικών στόχων» με τις επιδόσεις σε πρωτογενή πλεονάσματα, που έχουν ξεπεράσει τις προσδοκίες του προγράμματος, αλλά και ότι η απόδοση των μέτρων ύψους 4,5% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2018 προέρχεται κυρίως από μεταρρυθμίσεις σε συντάξεις, εισόδημα και ΦΠΑ.