Η έκθεση της Ομάδας Δράσης (Task Force) για την Ελλάδα που ανακοινώθηκε σήμερα, περιλαμβάνει στοιχεία που οδηγούν σε εσφαλμένα συμπεράσματαως προς την χρηματοδότηση των επιχειρήσεων μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων του υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, σημειώνει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Ανάπτυξης.
Όπως αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση, “για την αποκατάσταση της πραγματικής εικόνας δίνουμε σήμερα στη δημοσιότητα αναλυτικό πίνακα με την πορεία υλοποίησης των επιμέρους προγραμμάτων. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι στο τέλος Ιανουαρίου τα εγκεκριμένα δάνεια διαμορφώθηκαν σε 1,257 δισ. ευρώ, τα συμβασιοποιημένα σε 1,02 δισ. και οι εκταμιεύσεις σε 824 εκατ. ευρώ“.
Η έκθεση της Task Force
Η τεχνική βοήθεια εξακολουθεί να αποτελεί παράγοντα διευκόλυνσης της αλλαγής. Ωστόσο, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη χρήση της εν λόγω βοήθειας από τις ελληνικές αρχές.
Τα κλιμάκια της Ομάδας Δράσης εξαίρουν τη βελτίωση στο ρυθμό απορρόφησης των κοινοτικών κονδυλίων, όπου έχει συντελεσθεί μεγάλο πρόοδος. Ωστόσο, επισημαίνουν τη διαρκώς συρρικνωμένη ρευστότητα της αγοράς. Μάλιστα, όπως προειδοποιούν, η αδύναμη ρευστότητα δυσχεραίνει την διεκπεραίωση μεγάλων έργων, τα οποία θα συνέβαλαν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, καθίσταται σαφές πως «σε ορισμένους τομείς η τεχνική βοήθεια δεν έχει αξιοποιηθεί ακόμη πλήρως, καθώς οι μεταρρυθμίσεις δεν έχουν ακόμη προχωρήσει πέρα από το στάδιο της διάγνωσης ή της προπαρασκευής. Η τεχνική βοήθεια μπορεί επιπλέον να διευκολύνει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων με στοχευμένη στήριξη και μπορεί να παρασχεθεί μετά από αίτημα των ελληνικών αρχών. Τα πλήρη οφέλη της τεχνικής βοήθειας θα καταστούν εμφανή μόνον όταν υλοποιηθούν επαρκώς σχεδιασμένες μεταρρυθμίσεις. Ο ρυθμός των αποφάσεων χρηματοδότησης ορισμένων έργων τεχνικής βοήθειας εξακολουθεί να είναι σχετικά αργός».
Αναφερθείσα στην ανταγωνιστικότητα, τονίζει πως «μολονότι η Ελλάδα βελτιώνει συνεχώς τις επιδόσεις της σε διάφορες κατατάξεις ως προς τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, εξακολουθεί να ανήκει σταθερά στην ομάδα των χωρών με τις χαμηλότερες επιδόσεις στην ΕΕ και στον ΟΟΣΑ».