Δράστης ήταν ο 35χρονος Τζιχάντ Αλ-Σάμι, γεννημένος στη Συρία, ο οποίος μεγάλωσε σε σπίτι λίγα τετράγωνα από τον ναό που αιματοκύλισε. Ο Αλ-Σάμι έπεσε νεκρός από σφαίρες της αστυνομίας λίγα λεπτά μετά την επίθεση.
Ο Αλ-Σάμι είχε φτάσει στη Βρετανία ως παιδί και είχε λάβει υπηκοότητα το 2006. Παρά ταύτα, δεν είχε απασχολήσει ποτέ τις Αρχές ούτε είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα πρόληψης ριζοσπαστικοποίησης «Prevent». Ο ίδιος φέρεται να εργαζόταν ως δάσκαλος αγγλικών και προγραμματισμού, ενώ οι γείτονες τον περιγράφουν ως απομονωμένο και σιωπηλό άνθρωπο, που απέφευγε τις κοινωνικές επαφές.
Ο πατέρας του, Faraj Al-Shamie, είναι γιατρός τραυματολόγος με εμπειρία σε ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται σε εμπόλεμες ζώνες, ενώ σε παλαιότερη ανάρτησή του είχε μοιραστεί φωτογραφία του γιου του να κρατά μωρό, στοιχείο που δείχνει ότι ο δράστης είχε και οικογενειακές ευθύνες.
Το χρονικό του τρόμου
Στις 9:31 το πρωί, ο δράστης έριξε το αυτοκίνητό του πάνω σε πιστούς που κατευθύνονταν στη συναγωγή.
Στη συνέχεια βγήκε οπλισμένος με μαχαίρι και άρχισε να χτυπά «όποιον μπορούσε να φτάσει», σύμφωνα με μαρτυρίες. Θύματα της επίθεσης ήταν δύο μέλη της εβραϊκής κοινότητας, ο 53χρονος Έντριαν Ντόλμπι και ο 66χρονος Μέλβιν Κράβιτς. Ακόμη τρεις άνθρωποι τραυματίστηκαν σοβαρά, μεταξύ αυτών κι ένας που χτυπήθηκε από το αυτοκίνητο.
Ηρωισμός και συλλήψεις
Η απόπειρα εισβολής στη συναγωγή αποτράπηκε χάρη στον ραβίνο Ντάνιελ Γουόκερ και εθελοντές που έσπευσαν να κλειδώσουν τις πόρτες. Σύμφωνα με την αστυνομία, ο 35χρονος φορούσε γιλέκο που αρχικά θεωρήθηκε ότι περιείχε εκρηκτικά, αλλά αποδείχθηκε μη λειτουργικό.
Στην προσπάθεια να συγκρατήσουν τον δράστη τραυματίστηκε ο πατέρας τριών παιδιών, Γιόνι Φίνλεϊ, πιθανόν από θραύσματα όταν οι αστυνομικοί πυροβόλησαν εναντίον του Αλ-Σάμι. Ο ίδιος χειρουργήθηκε και νοσηλεύεται εκτός κινδύνου. Παράλληλα, η αστυνομία συνέλαβε δύο άνδρες και μία γυναίκα με υποψία ότι σχεδίαζαν τρομοκρατική ενέργεια, στο πλαίσιο των ερευνών για τυχόν συνεργούς.
Οργή και μηνύματα συμπαράστασης
Η φονική επίθεση καταδικάστηκε από το σύνολο της πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας. Ο Αρχιραβίνος Σερ Εφραΐμ Μίρβις μίλησε για «μια μέρα που ελπίζαμε ότι δεν θα ζήσουμε ποτέ, αλλά φοβόμασταν πως θα έρθει», κάνοντας λόγο για «αδιάκοπο κύμα αντισημιτικού μίσους».
Ο πρωθυπουργός Σερ Κιρ Στάρμερ επέστρεψε εσπευσμένα από την Κοπεγχάγη, προήδρευσε σε συνεδρίαση της επιτροπής Cobra και δεσμεύτηκε να ενισχύσει την ασφάλεια στις εβραϊκές κοινότητες. «Ήταν μια τρομοκρατική επίθεση εναντίον Εβραίων μόνο και μόνο επειδή είναι Εβραίοι», είπε, εκφράζοντας τον θαυμασμό του για την ταχύτητα της αστυνομίας και τον ηρωισμό όσων εμπόδισαν μεγαλύτερη τραγωδία.
Από το Ισραήλ, ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου χαρακτήρισε το μακελειό «βαρβαρική επίθεση» και διαβεβαίωσε ότι «οι καρδιές μας είναι με τις οικογένειες των θυμάτων». Η υπουργός Εσωτερικών Σαμπάνα Μαχμούντ δήλωσε «σοκαρισμένη από την αντισημιτική τρομοκρατική ενέργεια», υπογραμμίζοντας ότι όλες οι λεπτομέρειες θα διερευνηθούν πλήρως.