>
Η επιτυχία του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος εξαρτάται από την αποφασιστική εφαρμογή του, υπογραμμίζεται στην έκθεση για την τέταρτη αξιολόγηση από την τρόικα του ελληνικού προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, πάνω στην οποία βασίστηκε η απόφαση του Eurogroup για την εκταμίευση της πέμπτης δόσης. Την ανάγκη επιτάχυνσης των ιδιωτικοποιήσεων και των δομικών μεταρρυθμίσεων, περισσότερης «τεχνικής βοήθειας» από την τρόικα αλλά και πολιτικής συναίνεσης υπογραμμίζει η Επιτροπή -επισημαίνοντας, ωστόσο, πως το χρέος θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα «για αρκετά χρόνια»
Στα συμπεράσματα της έκθεσής της, η Επιτροπή εισηγείται την εκταμίευση της 5ης δόσης των δανείων και παράλληλα τον καθορισμό βασικών παραμέτρων ενός νέου χρηματοδοτικού προγράμματος για την Ελλάδα. Η Επιτροπή επαναλαμβάνει ακόμη ότι τάσσεται κατά της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, επισημαίνοντας πως μια παρόμοια εξέλιξη θα προκαλούσε σοβαρές επιπτώσεις διάδοσης σε άλλες οικονομίες της ΕΕ.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στην έκθεση 173 σελίδων της Επιτροπής, η πλήρης και έγκαιρη εφαρμογή του συνολικού προγράμματος που συμφωνήθηκε με την τρόικα θα διασφαλίσει την περαιτέρω πρόοδο με στόχο τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, την οικονομική σταθερότητα και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής το φιλόδοξο Μεσοπρόθεσμο καθώς και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων αναμένεται να διατηρήσουν σε τροχιά το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
Ωστόσο, σημειώνει η έκθεση, υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι σε ότι αφορά την εφαρμογή των μέτρων, οι οποίοι εάν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα, θα θέσουν εν αμφιβόλω την επιτυχία του προγράμματος για αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και βιωσιμότητα του χρέους.
Λαμβάνοντας υπόψη τη διάρκεια, το εύρος και το χαρακτήρα των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, η πολιτική και κοινωνική συναίνεση παραμένει προαπαιτούμενο για την επιτυχία του προγράμματος, υπογραμμίζει η Επιτροπή, η οποία σημειώνει ότι οι αδυναμίες σε θεσμικό επίπεδο θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με ενισχυμένη τεχνική βοήθεια.
Στόχος του Μεσοπρόθεσμου είναι η μείωση του ελλείμματος στο 2,5% του ΑΕΠ το 2014 και περαιτέρω το 2015 και να υπάρξει πτωτική πορεία του δημοσίου χρέους, αναφέρει η Επιτροπή. Για την εκπλήρωση αυτών των στόχων η ελληνική κυβέρνηση έχει εντοπίσει μέτρα δημοσιονομικής σταθεροποίησης που ανέρχονται στο 10% του ΑΕΠ την περίοδο 2011-2014 και πάνω από 11% έως και το 2015, επισημαίνεται στην έκθεση.
Η Κομισιόν αναφέρει ότι το Μεσοπρόθεσμο έχει ως σκοπό να αντιμετωπίσει βασικές αδυναμίες των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση «στη μείωση του υπερβολικού αριθμού υπαλλήλων στο δημόσιο τομέα, τη βελτίωση της οικονομικής αποδοτικότητας των δημοσίων επιχειρήσεων και τη βελτίωση των κοινωνικών μεταβιβάσεων».
Στις «καθυστερήσεις που παρατηρήθηκαν» στην επεξεργασία του Μεσοπρόθεσμου, η Επιτροπή διαβλέπει τις «αυξανόμενες δυσκολίες της κυβέρνησης να διατυπώσει και να ενισχύσει συλλογικά τις απαραίτητες οικονομικές μεταρρυθμίσεις». Αναφέρεται επίσης ότι οι επιπτώσεις των μέτρων με υψηλούς κινδύνους για την εφαρμογή τους, που είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν, δεν έχουν ληφθεί υπόψη για τα δύο πρώτα χρόνια του προγράμματος (2011-13), μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η μείωση της φοροδιαφυγής και η κατάχρηση των κοινωνικών επιδομάτων.
Ιδιωτικοποιήσεις και μεταρρυθμίσεις
Στην έκθεση υπογραμμίζεται ακόμη ότι έχουν συμφωνηθεί σημαντικά βήματα για την ενίσχυση και επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων ενώ τονίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων με τα πλουσιότερα χαρτοφυλάκια περιουσιακών στοιχείων, που περιέχουν εγγεγραμμένες και μη εγγεγραμμένες επιχειρήσεις, παραχωρήσεις και βιώσιμη εμπορικά ακίνητη περιουσία (κτίρια και γη).
Τα περισσότερα από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, αναφέρει η έκθεση, δεν έχουν δημιουργήσει σημαντικά έσοδα ενώ οι δημόσιες επιχειρήσεις με ελλείμματα αποτελούν πηγή κόστους -και ως εκ τούτου, επαναλαμβάνει η Κομισιόν, η ιδιωτικοποίησή τους θα συμβάλει στη μείωση του χρέους με σχεδόν μικρή επιβάρυνση σε σχέση με τα προσδοκώμενα έσοδα.
Παράλληλα, υποστηρίζεται ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα προωθήσουν την οικονομική δραστηριότητα και τις ξένες επενδύσεις. Η Επιτροπή αναφέρει ότι έχουν εντοπιστεί βασικά περιουσιακά στοιχεία προς ιδιωτικοποίηση και έχει συμφωνηθεί ένα ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα. Τονίζεται ότι προκειμένου να επιταχυνθεί η διαδικασία και να διασφαλιστεί η συνέχεια της διαδικασίας θα δημιουργηθεί σύντομα ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, το οποίο θα διαχειρίζεται ανεξάρτητο και επαγγελματικό συμβούλιο,
Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η θέσπιση ενός νέου κριτηρίου τριμηνιαίας ποσοτικής αξιολόγησης της συνολικής διαδικασίας ιδιωτικοποιήσεων θα συμβάλει στην παρακολούθηση της προόδου.
Στην έκθεσή της η Επιτροπή σημειώνει ακόμη ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας παραμένει «εύθραυστος», καθώς οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων και τα επίπεδα των καταθέσεων μειώνονται, ενώ έχει επηρεαστεί αισθητά και η ρευστότητα των τραπεζών.
Επιπλέον, σύμφωνα με την Επιτροπή οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αντανακλούν τους περιορισμούς της δημόσιας διοίκησης και τα εμπόδια στον πολιτικό συντονισμό. Στο πλαίσιο αυτό, συζήτησε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο επίσημης διαχείρισης προγραμμάτων, κυρίως για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Διατυπώθηκαν συστάσεις ώστε να οριστούν επικεφαλής σχεδίων («project managers») για κάθε πρωτοβουλία σε τομείς- κλειδιά (μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, μεταρρύθμιση των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, ταχείες επενδύσεις) και να δοθεί εντολή σε εσωτερική επιτροπή να προχωρήσει στην ανάπτυξη, χρήση και δημοσιοποίηση αποτελεσμάτων για κάθε διαρθρωτική μεταρρύθμιση σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Η Επιτροπή υποστηρίζει παράλληλα στην έκθεσή της ότι η ενίσχυση της τεχνικής βοήθειας είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία του προγράμματος. Υπογραμμίζεται μάλιστα ότι η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους μπορεί να επιτευχθεί μόνο εφόσον η κυβέρνηση θα είναι αυστηρά προσηλωμένη στα προγράμματα δημοσιονομικής σταθεροποίησης και ιδιωτικοποιήσεων.
Με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις το ελληνικό χρέος θα φτάσει σε ανώτατα επίπεδα το 2012 για ν’αρχίσει να μειώνεται στη συνέχεια χάρη στη συμβολή των ιδιωτικοποιήσεων, τονίζει η Επιτροπή. Ωστόσο, αναφέρει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για πολλά ακόμη χρόνια και ως εκ τούτου μπορεί να είναι αντικείμενο αρνητικών εξελίξεων οι οποίες δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν.
Ειδικότερα, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους εξαρτάται από τα αποτελέσματα της ανάπτυξης, κάτι που υπογραμμίζει την καθοριστική σημασία «εμπροσθοβαρών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με αναπτυξιακό χαρακτήρα».
Η Επιτροπή αναφέρει επίσης ότι το κόστος δανεισμού από τις αγορές παραμένει απαγορευτικό τονίζοντας ότι ο σκεπτικισμός των αγορών σχετίζεται με τις αμφιβολίες που διατυπώνονται για τη δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και της κοινωνίας να πετύχουν τη δημοσιονομική σταθεροποίηση και να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα.