Tέλος στη δράση πολυμελούς εγκληματικής οργάνωσης που διέπραττε συστηματικά ληστείες και κλοπές στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, έβαλε η ΕΛ.ΑΣ. Ύστερα από οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση, προχθές συνελήφθησαν δεκαοκτώ αλλοδαποί, ενώ η δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνει συνολικά 38 άτομα, από τα οποία πέντε 5 είναι έγκλειστα σε διάφορες φυλακές της χώρας.
Από την έως τώρα αστυνομική έρευνα έχει ταυτοποιηθεί ότι τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης έχουν διαπράξει:
• (65) κλοπές από Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα,
• (29) κλοπές σε διερχόμενους πεζούς,
• (2) κλοπές σε γραφεία και
• (5) ληστείες με χρήση σωματικής βίας και απειλή μαχαιριού σε πεζούς.
Όπως προέκυψε, η εγκληματική οργάνωση δρούσε τουλάχιστον από τον Μάρτιο του 2019 και δραστηριοποιούνταν κυρίως στις περιοχές του Συντάγματος, της Ακρόπολης, των Εξαρχείων, της Ομόνοιας και του Νέου Κόσμου, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. «τα μέλη της οργάνωσης «στόχευαν» κυρίως διερχόμενους πεζούς, τουρίστες-επισκέπτες και σταθμευμένα οχήματα, αφαιρώντας χρήματα, τιμαλφή, ηλεκτρονικές συσκευές και προσωπικά αντικείμενα.
Ως προς τον τρόπο δράσης τους, για τις ληστείες και κλοπές σε βάρος πεζών, λειτουργούσαν με «ομάδες κρούσης», από τουλάχιστον τρία άτομα με συγκεκριμένους ρόλους.
Το πρώτο και πιο έμπειρο άτομο ήταν επιφορτισμένο να εντοπίσει τον «στόχο», συνήθως άτομα προχωρημένης ηλικίας, γυναίκες καθώς και άτομα νεαρότερης ηλικίας με μειωμένη σωματική διάπλαση, ενώ προτιμούσαν να δρουν σε απομονωμένα-απόμερα σημεία.
Στις περισσότερες περιπτώσεις εκμεταλλεύονταν το συνωστισμό και με γρήγορες κινήσεις αφαιρούσαν όλα τα αντικείμενα ή μέρος αυτών, δίχως να γίνουν αντιληπτοί.
Σε ό,τι αφορά στις κλοπές από σταθμευμένα αυτοκίνητα, τα μέλη της οργάνωσης τα επέλεγαν με ιδιαίτερη προσοχή, ανάλογα με το βαθμό παλαιότητας και τα αντικλεπτικά συστήματα που έφεραν, ενώ προτιμούσαν οχήματα που ήταν παρκαρισμένα σε απόμερα σημεία. Αφού επέλεγαν το «όχημα-στόχο», παραβίαζαν τις κλειδαριές ή έσπαζαν τα φινιστρίνια και αφαιρούσαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα.
Σε όλες τις περιπτώσεις, λάμβαναν προληπτικά μέτρα αντιπαρακολούθησης και έχοντας άριστη γνώση της γεωγραφικής διαμόρφωσης των περιοχών όπου δρούσαν, φρόντιζαν να ενσωματώνονται στο πλήθος παραμένοντας αθέατοι. Παράλληλα, ένα μέλος από κάθε ομάδα αναλάμβανε ρόλο «τσιλιαδόρου», προκειμένου να ενημερώνει τους υπόλοιπους για ενδεχόμενη αστυνομική παρουσία.
Μετά την αφαίρεση των αντικειμένων, απομακρύνονταν από το σημείο με γρήγορες κινήσεις και παρέδιδαν αμέσως τα κλοπιμαία σε συνεργό τους, που δεν είχε εμπλακεί στην κλοπή ή τη ληστεία.
Τα κλοπιμαία τα διοχέτευαν σε δίκτυο κλεπταποδόχων, το οποίο είχαν αναπτύξει, επτά από τους οποίους περιλαμβάνονται στους συλληφθέντες. Μάλιστα, στο πλαίσιο της έρευνας εξακριβώθηκε πλήρως η διαδικασία διοχέτευσης των κλοπιμαίων από τους φυσικούς αυτουργούς στους κλεπταποδόχους, σε συγκεκριμένους χώρους στο κέντρο της Αθήνας.
Τα κατασχεθέντα:
• 169 κινητά τηλέφωνα,
• 53 tablet,
• 228 εξαρτήματα κινητών τηλεφώνων,
• 16 μαχαίρια, πτυσσόμενα στιλέτα και σουγιάδες,
• 115 κάρτες SIM,
• 1.790 ευρώ,
• 2 τηλεοράσεις
• πλήθος κοσμημάτων.
Είχαν συλληφθεί πάνω από 200 φορές
Η αξία των αφαιρεθέντων αντικειμένων και χρηματικών ποσών υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 180.000 ευρώ.
Από το 2010 τα μέλη της οργάνωσης έχουν απασχολήσει κατ’ επανάληψη τις διωκτικές Αρχές για παρόμοια αδικήματα και έχουν συλληφθεί συνολικά πάνω από 200 φορές.
Κατά τις συλλήψεις τους δήλωναν ψευδή διεύθυνση κατοικίας, με προφανή σκοπό την απόκρυψη της διαμονής τους και τη δυσχέρεια εντοπισμού των ιδίων και των κλοπιμαίων.
Επίσης, δήλωναν συνεχώς διαφορετικά στοιχεία ταυτότητας, αλλά και διαφορετικές ημερομηνίες γέννησης, επικαλούμενοι παράλληλα και διάφορες εθνικότητες.
Η πλειοψηφία των μελών της οργάνωσης φέρεται να μην εργάζεται ή να μην έχει εργαστεί ποτέ, γεγονός το οποίο οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι είχαν ως μοναδικό μέσο βιοπορισμού τους τη διάπραξη ληστειών, κλοπών κ.λπ.