>
Οι κίνδυνοι από μια χρεοκοπία ή έξοδο της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα αυξάνονται και, παρ’ ότι δεν αποτελεί το βασικό σενάριο των αναλυτών της Citigroup την παρούσα χρονική στιγμή, εντούτοις επισημαίνουν ότι οι φόβοι και οι κίνδυνοι είναι αρκετά σημαντικοί ώστε να αξίζουν την προσοχή μας, αφού και οι πιθανότητες είναι αυξημένες σε σχέση με τις προηγούμενες εβδομάδες.
Βάσει των υπολογισμών της Citigroup, μια «άτακτη» διάλυση –που επαναλαμβάνει ότι δεν είναι το βασικό της σενάριο– θα μπορούσε να συμβεί υπό την προϋπόθεση ότι οι Eλληνες πολιτικοί, κάτω από την τεράστια πίεση ενός εξοργισμένου εκλογικού σώματος, θα αθετήσουν τα επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας και τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν, με αποτέλεσμα η τρόικα να αποσύρει τη στήριξή της και τη χρηματοδότηση και η ΕΚΤ να σταματήσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα ή να παρέχει ρευστότητα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Θεωρητικά, η έξοδος από το ευρώ μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή, ακόμα και πολύ σύντομα, αν για παράδειγμα δεν υπάρξει η εκταμίευση των 8 δισ. ευρώ από την τρόικα τον Οκτώβριο. Σε αυτό το σκηνικό, θα είχαμε μαζικές αναλήψεις από τις τράπεζες και αδυναμία από τη χώρα να διαχειριστεί τις δανειακές της υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα τη χρεοκοπία. Εάν η Ελλάδα αναγκαστεί να εγκαταλείψει το ευρώ μη εθελοντικά, αυτό το γεγονός θα αποτελέσει και τον κύριο παράγοντα συστημικής χρηματοπιστωτικής καταστροφής και δεν θα έχει μεγάλη σημασία αν θα παραμείνει ή θα αποχωρήσει η Ελλάδα και από την Ευρωπαϊκή Eνωση, αναφέρεται.
Οι επιπτώσεις από την έξοδο της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα θα ήταν καταρχήν πολύ δαπανηρές. Το νέο νόμισμα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κατέρρεε 40% – 50%. Με τις υπάρχουσες υποχρεώσεις αποτιμώμενες σε ευρώ, αυτό θα προκαλούσε μαζικές αναλήψεις από τις τράπεζες και κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, βαθιά ύφεση και υπερπληθωρισμό.
Ο chief economist της Citigroup κ. Buite εκτιμά ότι η αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ θα ήταν η καταστροφή της χώρας και μια κρίση για τον κόσμο, ενώ, πέραν της οικονομικής κατάρρευσης και της βαθύτερης ύφεσης που η χώρα ήδη βιώνει, θα είχαμε ουσιαστικά συνθήκες κραχ. Σε περίπτωση χρεοκοπίας θα υπήρχαν σημαντικές διαγραφές στις ονομαστικές αξίες των ελληνικών ομολόγων που έχει στην κατοχή του ο ιδιωτικός τομέας, της τάξεως του 65% – 80%, ποσοστό το οποίο όμως θα μπορούσε να φτάσει και το 90% – 100% καθώς η οικονομία θα επιβραδύνεται περισσότερο.
Αυτό είναι ήδη ορατό στην καμπύλη των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων. Η μεγάλη επίδραση θα ήταν η μετάδοση της κρίσης στα ομόλογα της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, που για την ώρα δεν αποτιμούν ένα τέτοιο σενάριο, ενώ και η Ιταλία, η Ισπανία και το Βέλγιο θα αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και αποστροφή των επενδυτών για τα χρεόγραφά τους.
Ωστόσο, η χρεοκοπία μιας χώρας της ζώνης του ευρώ θα κλιμάκωνε τον κίνδυνο για τεράστιες απώλειες στους τραπεζικούς κλάδους των κρατών με έκθεση στα ομόλογα των περιφερειακών χωρών, με σημαντικές διαγραφές και αρνητικές αξιολογήσεις. Το πόσο άσχημη θα είναι η κατάσταση δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο, αλλά μείωση της αξιολόγησης της Γαλλίας, για παράδειγμα, θα έθετε σε κίνδυνο την αξιολόγηση του EFSF, υπονομεύοντας την αποτελεσματικότητά του. Με τον τραπεζικό κλάδο να μην έχει ρευστότητα, η οικονομική ανάπτυξη στις χώρες της Ευρώπης θα δεχόταν επιπρόσθετη πίεση.