DBRS: Αναβάθμισε σε Α την Κύπρο με σταθερή προοπτική

Η DBRS Ratings αναβάθμισε την μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου  από A (χαμηλή) σε “A” και άλλαξε την τάση από θετική σε σταθερή. Ταυτόχρονα  επιβεβαίωσε την

βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και τοπικό νόμισμα στο R-1 (χαμηλή). Η τάση σε όλες τις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις παραμένει σταθερή.

Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει την απότομη μείωση του δημόσιου χρέους τα τελευταία χρόνια και την προσδοκία της Morningstar DBRS ότι οι δείκτες του δημόσιου χρέους θα συνεχίσουν να βελτιώνονται σημαντικά τα επόμενα χρόνια.

Το χρέος της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε στο 64,3% του ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2025 από 96,5% τον Δεκέμβριο του 2021, λόγω των μεγάλων δημοσιονομικών πλεονασμάτων και των υψηλών ρυθμών αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, λόγω της ισχυρής εγχώριας ζήτησης και των αυξανόμενων εξαγωγών του τομέα των υπηρεσιών.

Κοιτώντας μπροστά, η Morningstar DBRS αναμένει ότι ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ θα παραμείνει σε σταθερή πτωτική τάση, καθώς ο κρατικός προϋπολογισμός είναι πιθανό να συνεχίσει να καταγράφει μεγάλα πλεονάσματα και οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν ευνοϊκές. Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα επωφελούνται όχι μόνο από τους κυκλικούς άνεμους αλλά και από διαρθρωτικές βελτιώσεις στην πλευρά των εσόδων, όπως η αύξηση των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων λόγω της μετεγκατάστασης αρκετών εταιρειών στην Κύπρο. Η Ετήσια Έκθεση Προόδου της κυβέρνησης από τον Απρίλιο του 2025 προβλέπει ότι το ετήσιο πλεόνασμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης θα διαμορφωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ το 2025 και στο 3,7% την περίοδο 2026-2028. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα μεγάλα δημοσιονομικά πλεονάσματα, το χρέος της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να μειωθεί στο 43,3% του ΑΕΠ το 2028. Η δράση για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας υποστηρίζεται από τη βελτίωση του δομικού στοιχείου «Χρέος και Ρευστότητα».

Η σταθερή τάση αντικατοπτρίζει την άποψη της Morningstar DBRS ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας είναι ισορροπημένοι. Οι αξιολογήσεις της Κύπρου υποστηρίζονται από ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον, την ισχυρή οικονομική κατάσταση του εγχώριου τραπεζικού τομέα, τις υγιείς δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης τα τελευταία χρόνια και μια μέτρια επιβάρυνση από τόκους.

Επιπλέον, παρόλο που οι δείκτες διακυβέρνησης έχουν αποδυναμωθεί τα τελευταία χρόνια, η Morningstar DBRS εξακολουθεί να θεωρεί την ένταξη της χώρας στην ΕΕ ως σημαντική βάση για την ποιότητα των θεσμών. Από την άλλη πλευρά, οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου εξακολουθούν να περιορίζονται από το μικρό μέγεθος της οικονομίας της που βασίζεται στις υπηρεσίες, γεγονός που την καθιστά ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς, το συγκριτικά χαμηλό επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας της οικονομίας και το μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της οικονομίας εκτός SPE.

Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν συμβεί ένας ή ένας συνδυασμός των ακόλουθων: (1) η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και η διαρκής ισχυρή δημοσιονομική επίδοση οδηγήσουν σε περαιτέρω σημαντική μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους· (2) στοιχεία αυξημένης οικονομικής ανθεκτικότητας και αυξανόμενων επιπέδων παραγωγικότητας της εργασίας.

Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή ένας συνδυασμός των ακόλουθων: (1) σημαντική επιδείνωση της πορείας του δημόσιου χρέους, πιθανώς λόγω παρατεταμένης περιόδου ασθενούς ανάπτυξης ή αυξανόμενων δημοσιονομικών πιέσεων· (2) η υλοποίηση μεγάλων ενδεχόμενων υποχρεώσεων, ιδίως από τον σημαντικό εγχώριο τραπεζικό τομέα.

Τα δημοσιονομικά πλεονάσματα προβλέπεται να παραμείνουν μεγάλα χάρη στην ισχυρή αύξηση των εσόδων

Τα δημοσιονομικά ισοζύγια κατέγραψαν μεγάλα πλεονάσματα τα τελευταία χρόνια. Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης ανήλθε κατά μέσο όρο στο 2,9% του ΑΕΠ μεταξύ 2022 και 2024, το οποίο μπορεί να αποδοθεί κυρίως στην ισχυρή αύξηση των εσόδων. Το μερίδιο των κυβερνητικών εσόδων στο ΑΕΠ αυξήθηκε από 41,1% το 2021 σε 44,3% το 2024, καθώς τα δημοσιονομικά ισοζύγια επωφελήθηκαν όχι μόνο από την ευνοϊκή οικονομική ανάπτυξη και τις εξελίξεις στην απασχόληση, αλλά και από τις διαρθρωτικές βελτιώσεις στην πλευρά των εσόδων. Συγκεκριμένα, οι μετεγκαταστάσεις ξένων εταιρειών στην Κύπρο στο πλαίσιο της πολιτικής της κυβέρνησης για την έδρα τους έχουν διευρύνει σημαντικά τη βάση φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων. Επιπλέον, η αύξηση του συντελεστή εισφοράς κοινωνικής ασφάλισης από τον Ιανουάριο του 2024 και μετά έχει ενισχύσει την οικονομική θέση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Η ισχυρή αύξηση των δημόσιων εσόδων έχει συμβάλει καθοριστικά στην αντιστάθμιση των επιπτώσεων των συνεχιζόμενων αυξήσεων στα επίπεδα δαπανών, ιδίως στους μισθούς του δημοσίου και τα κοινωνικά επιδόματα. Κατά τους πρώτους επτά μήνες του 2025, τα δημόσια έσοδα από τους φόρους εισοδήματος και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αυξήθηκαν κατά 8,8% και 9,2% αντίστοιχα, σε ετήσια βάση. Αντίθετα, τα έσοδα από τον ΦΠΑ αυξήθηκαν μόνο κατά 1,9%, γεγονός που μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην προσωρινή μείωση του συντελεστή ΦΠΑ για την ηλεκτρική ενέργεια για ένα έτος από τον Απρίλιο του 2025 και μετά. Ταυτόχρονα, οι δαπάνες για τους μισθούς του δημοσίου και τις κοινωνικές μεταβιβάσεις αυξήθηκαν κατά 6,9% και 6,7% αντίστοιχα.

Λαμβάνοντας υπόψη την υψηλότερη από την αναμενόμενη αύξηση των εσόδων, η κυβέρνηση αναθεώρησε προς τα πάνω τις μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές προβλέψεις της. Η Ετήσια Έκθεση Προόδου του Απριλίου 2025 προβλέπει πλεόνασμα του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης στο 3,5% του ΑΕΠ το 2025 και στο 3,7% για καθένα από τα οικονομικά έτη 2026-2028. Συγκριτικά, το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό σχέδιο της κυβέρνησης από τον Οκτώβριο του 2024 είχε προβλέψει μέσο δημοσιονομικό πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ μεταξύ 2025 και 2028. Τα μεγάλα προβλεπόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει πιθανές πιέσεις δαπανών που προκύπτουν από την εφαρμογή του συστήματος ενοικίου με βάση τα ενοίκια, υψηλότερες από τις προγραμματισμένες πιέσεις στις αμυντικές δαπάνες και δημοσιονομικούς κινδύνους από μεγάλης κλίμακας ενεργειακά έργα, όπως ο τερματικός σταθμός LNG και ο αγωγός διασύνδεσης της Μεγάλης Θάλασσας. Όπως και σε άλλες χώρες, οι μακροπρόθεσμες ανάγκες δαπανών για την προσαρμογή και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής είναι πιθανό να είναι σημαντικές. Γενικά, οι πιθανές μελλοντικές αλλαγές στη διεθνή φορολογία των εταιρειών αποτελούν παράγοντα κινδύνου για τα δημόσια οικονομικά, δεδομένου του σχετικά υψηλού μεριδίου των δημοσιονομικών εσόδων της Κύπρου που προέρχεται από αυτήν την πηγή. Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών ανήλθαν σε ένα μεγάλο ποσοστό 6,3% του ΑΕΠ το 2023, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 3,3% για τις χώρες της ΕΕ.

Ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ βρίσκεται σε σταθερή πτωτική τάση

Ο δείκτης δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια λόγω των μεγάλων δημοσιονομικών πλεονασμάτων και της υψηλής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ. Το ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε στο 64,3% του ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2025, από 96,5% τον Δεκέμβριο του 2021. Όσον αφορά το μέλλον, τα μεγάλα δημοσιονομικά πλεονάσματα και η ευνοϊκή δυναμική του χρέους προβλέπεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω σημαντική μείωση του δείκτη χρέους. Λαμβάνοντας υπόψη τις αναθεωρημένες δημοσιονομικές προβλέψεις, η Ετήσια Έκθεση Προόδου 2025 προβλέπει ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης θα μειωθεί στο 57,4% του ΑΕΠ το 2025 και στο 43,3% το 2028. Η προβλεπόμενη μείωση του ανεξόφλητου χρέους συμβάλλει στην αντιστάθμιση του αντίκτυπου των υψηλότερων επιτοκίων στο βάρος των τόκων της κυβέρνησης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι οι δαπάνες για τόκους της γενικής κυβέρνησης θα παραμείνουν αμετάβλητες στο 1,2% του ΑΕΠ μεταξύ 2024 και 2026. Όσον αφορά την επιβάρυνση από τόκους, η κυβέρνηση εξακολουθεί να επωφελείται από το ευνοϊκό, αν και αυξανόμενο, επιτόκιο του δανείου του ESM που είχε χορηγηθεί στην Κύπρο το 2013 και το οποίο αντιπροσώπευε το 28,8% του ανεξόφλητου ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης τον Μάρτιο του 2025.

Γενικά, η Morningstar DBRS σημειώνει ότι το ανεξόφλητο ενδοκυβερνητικό χρέος, το οποίο ακυρώνεται στους υπολογισμούς του χρέους της γενικής κυβέρνησης, είναι μεγάλο. Στο τέλος του 2024, η κεντρική κυβέρνηση όφειλε χρέος στα εγχώρια ταμεία κοινωνικής ασφάλισης ύψους 35,5% του ΑΕΠ, καθώς μεγάλα πλεονάσματα κοινωνικής ασφάλισης έχουν χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση ελλειμμάτων του προϋπολογισμού της κεντρικής κυβέρνησης στο παρελθόν. Ενώ η αξιοποίηση αυτών των αποθεμάτων κοινωνικής ασφάλισης αποτελεί μια φθηνή και σταθερή πηγή χρηματοδότησης, εγείρει επίσης κινδύνους ύφεσης για τα οικονομικά της κεντρικής κυβέρνησης σε περίπτωση που τα παρατεταμένα ελλείμματα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να καλυφθούν από δημοσιονομικές μεταφορές. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτών των κινδύνων ύφεσης φαίνεται απίθανη τα επόμενα χρόνια, καθώς προβλέπεται ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα συνεχίσει να καταγράφει πλεονάσματα λόγω της σταθερής αύξησης της απασχόλησης και της πρόσφατης αύξησης των συντελεστών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Οι πιθανοί βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι χρηματοδότησης μετριάζονται από το μεγάλο ταμειακό απόθεμα της κεντρικής κυβέρνησης, το οποίο ανήλθε στο 9,6% του ΑΕΠ τον Ιούλιο του 2025. Οι κύριοι κίνδυνοι για τα δημόσια οικονομικά προέρχονται από ένα πιθανό οικονομικό σοκ ή από την υλοποίηση ενδεχόμενων υποχρεώσεων στον μεγάλο εγχώριο τραπεζικό τομέα, του οποίου το συνολικό ενεργητικό ανήλθε στο 205% του ΑΕΠ τον Ιούνιο του 2025 και ο οποίος χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης. Επί του παρόντος, αυτοί οι κίνδυνοι μετριάζονται εν μέρει από την ισχυρή χρηματοοικονομική κατάσταση του τραπεζικού τομέα.

Η οικονομική ανάπτυξη είναι πιθανό να παραμείνει συγκριτικά ισχυρή

Η κυπριακή οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται με ταχύτερο ρυθμό από τις περισσότερες άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ τους τελευταίους μήνες. Μετά από ανάπτυξη 3,4% το 2024, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3,3% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025 σε ετήσια βάση, σε σύγκριση με ρυθμό ανάπτυξης μόλις 1,5% για ολόκληρη την ευρωζώνη. Η οικονομική ανάπτυξη στην Κύπρο επωφελήθηκε από την αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών, ιδίως όσον αφορά τον τουρισμό, την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) και τις υπηρεσίες πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο αριθμός των αφίξεων τουριστών αυξήθηκε κατά 10,4% σε ετήσια βάση κατά τους πρώτους επτά μήνες του 2025. Επιπλέον, η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε με ισχυρό, αν και επιβραδυνόμενο, ρυθμό, λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης της απασχόλησης τόσο του ξένου όσο και του εγχώριου εργατικού δυναμικού. Όσον αφορά το μέλλον, η δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ) του Ιουνίου 2025, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,1% το 2025 και κατά 3,0% το 2026, χάρη στην ισχυρή εγχώρια ζήτηση. Η ιδιωτική κατανάλωση είναι πιθανό να επωφεληθεί από την περαιτέρω, αν και μετριασμένη, αύξηση των πραγματικών μισθών και τη συνεχιζόμενη αύξηση των επιπέδων απασχόλησης. Επιπλέον, η επενδυτική δραστηριότητα προβλέπεται να υποστηριχθεί από πολλά μεγάλα επενδυτικά έργα, ιδίως στους τομείς του τουρισμού και των οικιστικών ακινήτων, καθώς και από τις αυξανόμενες εισροές κεφαλαίων του Next Generation EU. Όπως και σε άλλες χώρες, οι οικονομικές προοπτικές είναι εκτεθειμένες σε κινδύνους πτωτικής πορείας, όπως η κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων. Η πρόσφατη επιβολή δασμών των ΗΠΑ στις εισαγωγές αγαθών από χώρες της ΕΕ είναι πιθανό να έχει μικρότερο άμεσο αντίκτυπο στην Κύπρο από ό,τι σε αρκετές άλλες χώρες της ΕΕ, λόγω της φύσης της κυπριακής οικονομίας που βασίζεται στις υπηρεσίες. Ωστόσο, ένα πιθανό μεγάλο παγκόσμιο σοκ στο εμπόριο αγαθών πιθανότατα θα επηρεάσει την οικονομία με έμμεσο τρόπο, επιβαρύνοντας την εξωτερική ζήτηση από τις οικονομίες των εμπορικών εταίρων για τις εξαγωγές του κυπριακού τομέα υπηρεσιών.

Γενικά, ωστόσο, οι αξιολογήσεις της Κύπρου εξακολουθούν να περιορίζονται από το μικρό μέγεθος της οικονομίας της που βασίζεται στις υπηρεσίες, γεγονός που την καθιστά ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τον τουρισμό και τις μεγάλες εισροές κεφαλαίων, καθώς οι τελευταίες αποτελούν βασικό μοχλό της επενδυτικής δραστηριότητας που σχετίζεται με τις κατασκευές τα τελευταία χρόνια λόγω του συγκριτικά χαμηλού ποσοστού αποταμίευσης της οικονομίας. Την τελευταία δεκαετία, η σχετική σημασία του κλάδου ΤΠΕ έχει αυξηθεί σημαντικά, καθώς αρκετές ξένες εταιρείες ΤΠΕ μετέφεραν τις δραστηριότητές τους στην Κύπρο, κυρίως λόγω διαφορετικών μέτρων πολιτικής (π.χ. φορολογικά κίνητρα). Ωστόσο, ενώ το μερίδιο του τομέα ΤΠΕ στη συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία υπερδιπλασιάστηκε από 4,8% σε 11,4% μεταξύ 2015 και 2024, η αύξηση της απασχόλησης στον τομέα ΤΠΕ ήταν πολύ λιγότερο έντονη, αντιπροσωπεύοντας το 4,2% της συνολικής εγχώριας απασχόλησης το 2024, από μερίδιο 2,7% το 2015. Ενώ τα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας έχουν καλύψει τα τελευταία χρόνια, παραμένουν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, γεγονός που μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στον ακόμη σημαντικό ρόλο των βιομηχανιών έντασης εργασίας, όπως ο τουρισμός. Σύμφωνα με την Eurostat, το επίπεδο του ονομαστικού ΑΕΠ ανά απασχολούμενο στην Κύπρο ανήλθε μόνο στο 89,2% του μέσου όρου της ΕΕ27 το 2023.

Ο τραπεζικός τομέας επωφελείται από πολύ μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, αλλά η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ασθενέστερη από ό,τι σε ομολόγους του στην ΕΕ

Η χρηματοπιστωτική σταθερότητα υποστηρίζεται από πολύ μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας του εγχώριου τραπεζικού τομέα. Ο μέσος δείκτης CET 1 αυξήθηκε σημαντικά στο 25,9% τον Μάρτιο του 2025 από 17,8% τον Δεκέμβριο του 2022, καθώς μια συγκριτικά μεγάλη αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους ενίσχυσε τα παρακρατηθέντα κέρδη των τραπεζών. Επιπλέον, οι θέσεις ρευστότητας των τραπεζών επωφελούνται από πολύ μεγάλα υπόλοιπα μετρητών. Η ποιότητα του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα έχει βελτιωθεί, αλλά το παλαιό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) στο τραπεζικό σύστημα από την κρίση του 2012-2013 παραμένει μια πιστωτική αδυναμία. Παρόλο που ο δείκτης NPL έχει μειωθεί σημαντικά από 46,4% τον Δεκέμβριο του 2016 σε 6,1% τον Μάρτιο του 2025, κυρίως λόγω πωλήσεων και διαγραφών προβληματικών δανείων, εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από ό,τι στις περισσότερες άλλες οικονομίες της ΕΕ. Ο μέσος δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) των οικονομιών της ΕΕ διαμορφώθηκε στο 2,1% τον Μάρτιο του 2025. Στο μέλλον, ενδέχεται να προκύψουν θύλακες ευπάθειας από την ισχυρή αύξηση των επιτοκίων, η οποία έχει αυξήσει το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους των νοικοκυριών και των εταιρειών, καθώς τα περισσότερα εγχώρια δάνεια έχουν κυμαινόμενα επιτόκια. Παρόλο που τα επιτόκια έχουν αρχίσει να μειώνονται, παραμένουν σε υψηλότερο επίπεδο από ό,τι πριν από τον πρόσφατο κύκλο σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής. Ταυτόχρονα, η Morningstar DBRS σημειώνει ότι οι δείκτες έγκαιρης προειδοποίησης, όπως τα δάνεια Σταδίου 2, δεν υποδεικνύουν μέχρι στιγμής νέα αύξηση των NPL.

Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της οικονομίας εκτός ειδικών τομέων είναι πολύ μεγάλο, αλλά έχει χρηματοδοτηθεί κυρίως από χρηματοοικονομικές εισροές εκτός χρέους

Τα εξωτερικά οικονομικά επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον ρόλο της Κύπρου ως χρηματοπιστωτικού τομέα και τις δραστηριότητες των οντοτήτων ειδικού σκοπού (ΟΕΣ) που έχουν περιορισμένους δεσμούς με την εγχώρια οικονομία. Ο αντίκτυπος των ΟΕΣ είναι ιδιαίτερα ορατός όσον αφορά την αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση (NIIP) της οικονομίας, η οποία ανήλθε στο 91,3% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2025. Εξαιρώντας τα εξωτερικά περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που κατέχουν οι ΟΕΣ, η αρνητική NIIP της οικονομίας μειώνεται στο 38,1%. Ταυτόχρονα, η ισχυρή εγχώρια ζήτηση στην οικονομία εκτός ΟΕΣ έχει αυξήσει σημαντικά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών τα τελευταία χρόνια. Μεταξύ του δεύτερου τριμήνου του 2024 και του πρώτου τριμήνου του 2025, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (εξαιρουμένων των ΟΕΣ) ανήλθε σε ένα πολύ μεγάλο 8,5% του ΑΕΠ σε σύγκριση με μόλις 1,4% το 2017. Παρόλο που οι καθαρές εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν σημαντικά λόγω των αυξανόμενων εξαγωγών υπηρεσιών ΤΠΕ και πνευματικής ιδιοκτησίας και, σε μικρότερο βαθμό, της ανάκαμψης των τουριστικών αφίξεων, αυτό αντισταθμίστηκε με το παραπάνω από την έντονη επιδείνωση του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων, η οποία προέκυψε από υψηλότερες εκροές κερδών προς τους ξένους μετόχους. Ενώ το διευρυνόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξάνει τις εξωτερικές ευπάθειες, αυτό μετριάζεται εν μέρει από το γεγονός ότι έχει χρηματοδοτηθεί κυρίως από εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων εκτός χρέους, όπως αγορές ακινήτων από το εξωτερικό και εισφορές κεφαλαίου σε εταιρείες. Αντ’ αυτού, το ακαθάριστο εξωτερικό χρέος (εξαιρουμένων των ΟΕΣ) μειώθηκε στο 174% του ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2025 από 315% του ΑΕΠ τον Δεκέμβριο του 2017. Η στρέβλωση της συνολικής NIIP από τις ΟΕΣ στηρίζει μια θετική ποιοτική προσαρμογή στην αξιολόγηση του δομικού στοιχείου του «Ισοζυγίου Πληρωμών».

Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας υποστηρίζονται από σταθερό πολιτικό περιβάλλον

Το πολιτικό περιβάλλον στην Κύπρο είναι σταθερό. Η εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη ως προέδρου τον Φεβρουάριο του 2023 δεν έχει οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές πολιτικής, ιδίως όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική και τις μεταρρυθμίσεις που ενσωματώνονται στο σχέδιο ανάκαμψης της Κύπρου. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις στοχεύουν στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης, στη μείωση της διαφθοράς και στην τόνωση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης της οικονομίας. Η επιτυχής εφαρμογή του σχεδίου θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της κυβέρνησης να συγκεντρώσει επαρκή υποστήριξη στο κοινοβούλιο για την ψήφιση νομοθεσίας. Όσον αφορά την ποιότητα των θεσμών, η κατάταξη της χώρας στους Παγκόσμιους Δείκτες Διακυβέρνησης (π.χ. Έλεγχος της Διαφθοράς, Κράτος Δικαίου) έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια και τώρα βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Ταυτόχρονα, η Morningstar DBRS θεωρεί την ένταξη της χώρας στην ΕΕ ως σημαντική βάση για την ποιότητα των θεσμών. Όσον αφορά τις συνομιλίες επανένωσης που υποστηρίζονται από τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ), η Morningstar DBRS υποθέτει επί του παρόντος ότι οι πιθανότητες σημαντικής προόδου παραμένουν περιορισμένες.