Μπορεί ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων που έχει ήδη ανοίξει να φτάνει και στην Ευρωζώνη την επόμενη εβδομάδα, με την πολυαναμενόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στις 6 Ιουνίου, όμως η Fitch προειδοποιεί ότι τα νοικοκυριά δεν θα δουν ελάφρυνση στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους πριν από το 2025. Μάλιστα, σε κάποιες χώρες, το επιτοκιακό κόστος θα συνεχίσει να αυξάνεται καθ’όλη τη διάρκεια του 2025.
Αν και οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν ανεβάσει το κόστος δανεισμού τα τελευταία δύο χρόνια, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις χώρες, οι οποίες έχουν να κάνουν κυρίως με τη φύση των αγορών στεγαστικών δανείων τους, σημειώνει η Fitch.
Σε χώρες όπου τα μακροπρόθεσμα δάνεια σταθερού επιτοκίου κυριαρχούν, όπως για παράδειγμα στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και τη Γαλλία, τα νοικοκυριά έχουν υπάρξει αρκετά προστατευμένα από τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Αντίθετα, σε χώρες που έχουν μεγαλύτερο μερίδιο δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου (όπως στην Αυστραλία ή την Ισπανία) καθώς και σε αγορές με στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου μικρότερης διάρκειας (όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο ή τον Καναδά) το επιτόκιο των δανείων αυτών έχει αυξηθεί πιο απότομα, ανεβάζοντας το κόστος των τόκων για τα νοικοκυριά.
Καθώς περισσότερες κεντρικές τράπεζες αναμένεται να αρχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια μέσα στο 2024, η Fitch εκτιμά ότι σε κάποιες ανεπτυγμένες αγορές όπως η Αυστραλία, η Ιταλία και η Ισπανία, το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων για τα νοικοκυριά βρίσκεται κοντά στην κορύφωσή του. Αλλά σε άλλες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, η προσαρμογή των επιτοκίων σε υψηλότερα επίπεδα έχει μετά βίας ξεκινήσει.
«Το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται ευάλωτο, καθώς ένας μεγάλος αριθμός βραχυπρόθεσμων δανείων σταθερού επιτοκίου αλλάζει το 2024 σε σημαντικά υψηλότερα επιτόκια. Προβλέπουμε ότι το επιτοκιακό βάρος για τα βρετανικά νοικοκυριά θα αυξηθεί το 6,5% του εισοδήματος έως τα τέλη του έτους, από 4% που ήταν στα τέλη του 2023», σημειώνει η Jessica Hinds της Fitch Ratings.
Σε κάθε περίπτωση, η Fitch δεν περιμένει ότι η παγκόσμια οικονομία θα επιστρέψει στα πολύ χαμηλά επιτόκια του 2021. Συνεπώς, τα νοικοκυριά που έχουν δάνεια θα πληρώνουν περισσότερα για τόκους, ως ποσοστό του εισοδήματός τους, σε σχέση με το παρελθόν. Και ενώ η επιβάρυνση αυτή χαρακτηρίζεται από τον οίκο διαχειρίσιμη, εντούτοις η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων εξελίσσεται σε βαρίδι για τις καταναλωτικές δαπάνες, κάτι το οποίο αναμένεται να συνεχιστεί και μετά τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.