Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, συμμετείχε στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πραγματοποιήθηκε σήμερα, Πέμπτη 24 Νοεμβρίου, στις Βρυξέλλες. Στο επίκεντρο των συζητήσεων βρέθηκε η πρόταση της Ελλάδας, όπως είχε διατυπωθεί ξεκάθαρα από τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, από τον περασμένο Μάρτιο, για την ανάγκη επιβολής πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου.
Κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου συζητήθηκαν:
- H πρόταση για τη θέσπιση μηχανισμού διόρθωσης τιμών, με στόχο την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας.
- Η πρόταση για τη θέσπιση πλαισίου για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην Ευρώπη.
- Η πρόταση για την ενίσχυση της αλληλεγγύης μέσω του καλύτερου συντονισμού των αγορών φυσικού αερίου.
Πριν την έναρξη του Συμβουλίου, η Ελλάδα συγκάλεσε συντονιστική συνάντηση των 15 Υπουργών Ενέργειας, που υποστηρίζουν εδώ και καιρό την επιβολή του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, συμφωνήθηκε να ζητήσουν την ταυτόχρονη υιοθέτηση και των τριών Κανονισμών στο νέο Έκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας, στις 13 Δεκεμβρίου.
Ο κ. Σκρέκας, κατά την τοποθέτησή του στο Συμβούλιο, δήλωσε ικανοποιημένος από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για μηχανισμό διόρθωσης τιμών, ωστόσο εξέφρασε τη διαφωνία του για την αποτελεσματικότητα των προϋποθέσεων ενεργοποίησής του: «Το πλαφόν στα 275 ευρώ/MWh δεν αποτελεί στην πραγματικότητα ανώτατο όριο. Χρειαζόμαστε ένα ρεαλιστικό μηχανισμό που να εφαρμόζεται στην πράξη. Με ένα ανώτατο όριο μεταξύ 150 και 200 ευρώ/MWh, η Ευρώπη μπορεί να εξασφαλίσει το φυσικό αέριο που χρειάζεται και να προκαλέσει σημαντικές μειώσεις της ζήτησης».
Όπως σημείωσε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αν ο προτεινόμενος μηχανισμός είχε τεθεί σε ισχύ κατά τη διάρκεια του περασμένου Αυγούστου, οπότε και σημειώθηκαν ιστορικά υψηλά στις τιμές του φυσικού αερίου, δεν θα είχε ενεργοποιηθεί και το ράλι των τιμών δεν θα είχε περιοριστεί. Και αυτό γιατί, η τιμή φυσικού αερίου, μπορεί να ξεπέρασε τα 275 ευρώ/MWh, αλλά όχι για δύο συνεχόμενες εβδομάδες, όπως προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το ίδιο θα είχε συμβεί ακόμα και αν το όριο τιμής είχε οριστεί στα 250 ευρώ/MWh.
Επιπλέον, ο κ. Σκρέκας υπογράμμισε την ανάγκη εφαρμογής του μηχανισμού όταν η αγορά λειτουργεί σε συνθήκες ηρεμίας και όχι σε έκτακτες περιόδους, όταν οι τιμές έχουν ξεπεράσει το ανώτατο όριο για πολλές ημέρες: «Αν περιμένουμε τόσο μεγάλο διάστημα για να επιβάλουμε μείωση της τιμής, δεν είναι εύκολο να περιορίσουμε την τιμή στο επίπεδο του ανώτατου ορίου. Αυτό θα είναι αποσταθεροποιητικό». Σχετικά με τη διαδικασία ενεργοποίησης του μηχανισμού, ο κ. Σκρέκας πρότεινε το ανώτατο όριο να επιβάλλεται αυτόματα αλλά να καταργείται με πολιτική απόφαση.
Κλείνοντας, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας τόνισε ότι η πρόταση μπορεί να βελτιωθεί και να αναδειχθεί σε έναν αποτελεσματικό μηχανισμό, τον οποίο οι αγορές θα λάβουν σοβαρά υπόψιν.
Τέλος, ο κ. Σκρέκας, στην τοποθέτησή του για τους κανονισμούς αδειοδότησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και αλληλεγγύης, ανέφερε ότι κινούνται σε θετική κατεύθυνση. Ωστόσο, υποστήριξε, πως και οι δύο αυτοί μηχανισμοί είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τον μηχανισμό διόρθωσης της αγοράς και θα πρέπει να εγκριθούν ταυτόχρονα στο επόμενο Έκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε..
Στις 13 Δεκεμβρίου
Η τσεχική προεδρία της ΕΕ δηλώνει αισιόδοξη ότι θα υπάρξει συμφωνία στη νέα έκτακτη Σύνοδο στις 13 Δεκεμβρίου. Ο υπουργός Βιομηχανίας της Τσεχίας είπε μάλιστα ότι «δεν ανοίγουμε ακόμη τη σαμπάνια, αλλά βάζουμε το μπουκάλι στο ψυγείο», στέλνοντας σήμα για συμφωνία.
Από την πλευρά της η Ολλανδία εξέφρασε τη δυσαρέσκεια για το αδιέξοδο στη σύνοδο των υπουργών. Μαζί με τη Γερμανία αντιτάσσονται στην επιβολή πλαφόν θεωρώντας ότι θα οδηγήσει στην διοχέτευση του φυσικού αερίου σε χώρες εκτός Ένωσης.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε το Συμβούλιο της ΕΕ (ενέργειας) ο υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου της Τσεχίας (η οποία έχει την προεδρία του Συμβουλίου το τρέχον εξάμηνο), Ζόζεφ Σικέλα υπογράμμισε ότι “σήμερα είχα δύο επιλογές. Είτε να ξεκινήσω τη συνάντηση, στο πλαίσιο ΄τι συμφωνούμε πως διαφωνούμε και να την λήξουμε αμέσως και να επιστρέψουμε στις χώρες μας, είτε να αναλάβω την πολιτική μου ευθύνη ως πρόεδρος του Συμβουλίου Ενέργειας. Ως εκ τούτου, η πρότασή μου ήταν να συμφωνηθεί το περιεχόμενο των δύο κανονισμών. Συζητούσαμε σήμερα ώστε να μην χρειαστούν περαιτέρω διαπραγματεύσεις και να επισφραγιστεί επισήμως η συμφωνία μαζί με την πρόταση διατήρησης της τιμής του φυσικού αερίου. Είμαι στην ευχάριστη θέση να σας ενημερώσω ότι σήμερα στέλνουμε για άλλη μια φορά ξεκάθαρο μήνυμα ενότητας. Δεν ανοίγουμε ακόμα τη σαμπάνια, αλλά βάζουμε το μπουκάλι στο ψυγείο”.
Από την πλευρά της η Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον αναφέρθηκε στις καταρχήν συμφωνίες που επιτεύχθηκαν σήμερα για τις προμήθειες φυσικού αερίου και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη στις εσωτερικές μεταφορές, ενώ υπερμανήθηκε της απόφασης της Κομισιόν να προτείνει τους δύο αυστηρούς όρους για την επιβολή πλαφόν, λέγοντας ότι πρέπει να διασφαλιστεί η εισαγωγή ΥΦΑ, το οποίο αντικατέστησε το ρωσικό φυσικό αέριο στην ΕΕ.
Το παρασκήνιο
Το αδιέξοδο δημιουργήθηκε καθώς 15 κράτη – μέλη της ΕΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, υποστήριξαν ότι τα τρία κείμενα της δέσμης που κατέθεσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ( επιτάχυνση των αδειών για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κοινή πλατφόρμα αγοράς και αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών – μελών, όσο και η επιβολή ανώτατης τιμής στο φυσικό αέριο) θα πρέπει να αντιμετωπίζονται από κοινού. Η ομάδα των «δεκαπέντε» αυτών χωρών θα μπορούσαν να τορπιλίσουν τις όλες συζητήσεις σχηματιζοντας την λεγόμενη “μειοψηφία αρνησικυρίας”, μια διαδικασία κατά την οποία τουλάχιστον τέσσερα μέλη του Συμβουλίου μπορούν να μπλοκάρουν μια πρόταση της Επιτροπής.
Οι 15 χώρες – συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας και της Γαλλίας – που είχαν συνυπογράψει την επιστολή τον Σεπτέμβριο υπέρ της επιβολής ανώτατου ορίου για το φυσικό αέριο είχαν μια σύντομη συνάντηση πριν το Συμβούλιο και συμφώνησαν σε μια ενιαία θέση, να μην αποδεχθούν την πρόταση της Κομισιόν ως έχει. Πρόταση που η Πολωνή Υπουργός Περιβάλλοντος, Άνα Μόσκβα, χαρακτήρισε ως “ένα αστείο”.
Η Γερμανία, η οποία ηγείται της ομάδας των χωρών που αντιτίθενται στο ανώτατο όριο τιμής του φυσικού αερίου, εμφανίζεται έτοιμη για διαπραγματευσεις, καθώς σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομίας Σβεν Γκίγκολντ “η πρόταση που υποβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποτελεί ήδη ένα είδος συμβιβασμού, αλλά χρειάζονται κάποιες μικρές αλλαγές, αλλά συνολικά πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση”.
Η θέση της Ολλανδίας είναι πιο αυστηρή. Για το Άμστερνταμ, η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενέχει «μεγάλο κίνδυνο να ζημιωθεί η ενεργειακή ασφάλεια του εφοδιασμού και επίσης η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών». Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και η Εσθονια, καθώς για το Ταλίν “η ασφάλεια του εφοδιασμού είναι θεμελιώδης. Η Εσθονία θα διαπραγματευτεί την πρόταση της Επιτροπής. Η πρόταση ανώτατου ορίου τιμών στο τραπέζι είναι καθετική, αλλά ο μηχανισμός πρέπει να είναι προσωρινός και να ενεργοποιείται μόνο με πραγματικά, εξαιρετικά υψηλές τιμές”.
Παρόλο που το σχέδιο της Κομισιόν καταψηφίστηκε ουσιαστικά και από τις δύο πλευρές οι 27 υπουργοί συμφώνησαν ανεπίσημα στα σχέδια της Επιτροπής για επιτάχυνση της έγκρισης έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και σε ένα πακέτο αλληλεγγύης για την ενεργειακή κρίση που περιλαμβάνει σχέδια για κοινή αγορά φυσικού αερίου και μέτρα αλληλεγγύης για τη διασφάλιση της ανταλλαγής προμηθειών φυσικού αερίου εντός της ΕΕ.