Σε συνάντηση του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας για το κλίμα ο Γ. Στουρνάρας

Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας θα πάρει μέρος στην περιφερειακή συνάντηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, που θα πραγματοποιηθεί στη Λισαβόνα, την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου.

Η συνάντηση, που οργανώνεται από το υπουργείο Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα της Πορτογαλίας, έχει ως αντικείμενο την κλιματική αλλαγή, τις μακροοικονομικές συνέπειές της, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους μπορούν αυτές να μετριαστούν.

Στη συνάντηση θα μετάσχουν ανώτερα στελέχη των δύο διεθνών οργανισμών, υπουργοί και διοικητές ή υποδιοικητές κεντρικών τραπεζών από την Ιταλία, τη Μάλτα, τον Άγιο Μαρίνο, την Αλβανία, το Ανατολικό Τιμόρ και τη φιλοξενούσα Πορτογαλία.

Υπενθυμίζεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος μελετά θέματα σχετικά με την κλιματική αλλαγή την τελευταία δεκαετία και το 2009 συνέστησε την διεπιστημονική Επιτροπή Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), με στόχο τη μελέτη των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα.

Οι σχετικές έρευνες αναδεικνύουν τον φυσικό πλούτο της Ελλάδας, ενώ παράλληλα υπογραμμίζουν τους κινδύνους από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, καθώς  αναμένεται να έχει σημαντικά αρνητικές επιπτώσεις σε πολλούς τομείς στην Ελλάδα, κάτι που θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγικότητας, σε απώλεια κεφαλαίου και σε επιπλέον δαπάνες για την αποκατάσταση των ζημιών.

Το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την ελληνική οικονομία, εάν δεν υπάρξει δράση για την αντιμετώπισή της, στην Ελλάδα και σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμάται πως θα είναι πολύ υψηλό, καθώς η σωρευτική ζημία για την ελληνική οικονομία μέχρι και το 2100 φθάνει τα 701 δισ. ευρώ, δηλ. περίπου τέσσερις φορές το σημερινό ετήσιο ΑΕΠ της χώρας.

Παράλληλα, αναγνωρίζοντας την ανάγκη δράσης και τη σημασία της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, η ΕΜΕΚΑ συνέταξε το σχέδιο της Εθνικής Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, στο πλαίσιο μνημονίου συνεργασίας με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και την Ακαδημία Αθηνών, και πλέον βρίσκεται στο στάδιο σχεδιασμού πρότασης που θα εξειδικεύει την εφαρμογή της.